Επιστροφή προς τα ... μπρος!

Επιστροφή προς τα ... μπρος!

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ

ΕΝΑΣ ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΦΙΚΤΟΣ
ΝΑ ΘΕΜΕΛΕΙΏΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΌ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉΣ ΙΣΌΤΗΤΑΣ

Αποανάπτυξη-Τοπικοποίηση -Αυτονομία- Άμεση Δημοκρατία-Ομοσπονδιακός Κοινοτισμός

Τον Μάιο του 2020, μια ομάδα περισσότερων από 1.100 υποστηρικτών της «Αποανάπτυξης», υπέγραψε ένα μανιφέστο καλώντας τις κυβερνήσεις να αδράξουν την ευκαιρία και να στραφούν προς ένα «ριζικά διαφορετικό είδος κοινωνίας, αντί να προσπαθούν απεγνωσμένα να θέσουν ξανά σε λειτουργία την «καταστροφική ανάπτυξη». Η Συνδημία του κοροναϊού δείχνει ότι θα χρειασθεί να γίνουν μεγάλες αλλαγές, αν δεν θέλουμε να πάμε στην κατάρρευση! Ειδικά για την μετά-COVID Ελλάδα: Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των χρεών, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της πανδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια- θα χρειασθεί, μετά το πέρασμα της καταιγίδας, να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα από μια στροφή προς μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση . Εφαλτήρας μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς. Η κατεύθυνση της Αποανάπτυξης-Τοπικοποίησης -Αυτονομίας- Άμεσης Δημοκρατίας-Ομοσπονδιακού Κοινοτισμού θα μπορούσε να είναι η διέξοδος για την χώρα, στην μετά-COVID εποχή!

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Για μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση , με βάση την βιοπεριφέρεια

Για μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση[1], με βάση την βιοπεριφέρεια[2]
Η Ελλάδα έγινε ο αδύνατος κρίκος στον παγκόσμιο καπιταλισμό, λόγω της μανίας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, για ανάπτυξη που δεν στηριζόταν στον πρωτογενή- δευτερογενή τομέα (γεωργία, μεταποίηση, καινοτομία κ.λπ.), αλλά στον τριτογενή (κατανάλωση, εμπόριο, τουριστικές υπηρεσίες, τράπεζες κ.λπ.) και στην Οικοδομή.
Σε όλη τη μεταπoλεμική περίoδo μόvo τo 15% τωv συvoλικώv επεvδύσεωv παγίoυ κεφαλαίoυ στρεφόταv στη μεταπoίηση, εvώ τo 42% τωv ιδιωτικώv επεvδύσεωv στρεφόταv στην οικοδομή και τα 2/3 τωv δημoσίωv στηv υπoδoμή.

Ο τουρισμός αναδείχθηκε στη «μεγάλη βιομηχανία» της χώρας και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού προσπάθησε να επιβιώσει προσφέροντας υπηρεσίες κατά τη «τουριστική σαιζόν», αφήνοντας κατά μέρος τις άλλες δραστηριότητες και τη γεωργία.

Και αυτή η κατεύθυνση -που υλοποιούταν από ένα πολιτικό προσωπικό κάθε άλλο παρά αξιόλογο-κατέρρευσε στα πλαίσια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Λόγω της άρσης της «εμπιστοσύνης των πιστωτών», η δομική κατά βάση ελληνική κρίση μετατράπηκε σε κρίση των δημοσιονομικών χρεών. Αυτή έφερε και τις πολιτικές της τρόικας και των «μνημονίων».
Και η σημερινή, αλλά και οι επόμενες κυβερνήσεις των κομμάτων των «μνημονίων», θα είναι υποχρεωμένες –με τη «βοήθεια» των ευρωπαϊκών θεσμών-να εφαρμόσουν τέτοιες πολιτικές, ώστε να επιστραφούν τα χρέη στους διεθνείς και ντόπιους πιστωτές.

Εξάλλου η ευρωπαϊκή ελίτ δε μπορεί πια να διατηρεί πολυπληθείς μεσαίες τάξεις και θέλει να τις συρρικνώσει, ξεκινώντας από την Ελλάδα και τη Ν. Ευρώπη. Με τα προγράμματα «σωτηρίας» επιδιώκει τη «φτωχοποίησή» τους. Τελικά όχι μόνο των μεσαίων τάξεων.

Όσον αφορά δε στην Ελλάδα, που υπήρξε ιδιαίτερα επιρρεπής στο «να καταναλώνει περισσότερο από ό,τι παράγει», το «πρόγραμμα αναπροσαρμογής» οδηγεί στη «φτωχοποίηση» ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας και του περιβάλλοντος της χώρας.

Η ζωή θα γίνει για τους περισσότερους Έλληνες –εκτός της τοπικής ελίτ-σε μεγάλο βαθμό αβίωτη. Είναι γενικά φανερό ότι η πολυπληθής ελληνική μεσαία τάξη περνά σε αυτούς που αποκαλούμε «από κάτω».

Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των μνημονίων, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της, θα χρειασθεί να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα και από μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση. Πρώτα όμως θα χρειασθεί:
  • Να αρνηθούμε τη θέση που έχει σήμερα η χώρα στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης και της ευρωζώνης.
  • Να αρνηθούμε να συμμορφωθούμε με τα μέτρα που προώθησαν και θα προωθήσουν οι κυβερνήσεις, ώστε να εξαναγκασθούν να κάνουν στάση πληρωμών τόκων και χρεολυσίων και να στραφούν στη στήριξη των συλλογικών αγαθών και μισθών ικανών να ικανοποιούν τις βιοτικές ανάγκες του πληθυσμού. Καθώς επίσης να αρνηθούμε και τις διεθνείς και διατλαντικές συμφωνίες τύπου ΤΤΙΡ, CETA κ.λπ., που αποτελούν στην ουσία παγκόσμια μνημόνια.
  • Να αρνηθούμε την προτεινόμενη από την ευρωπαϊκή ελίτ «διάσωση» της Ελλάδας, που στην ουσία είναι διάσωση του χρεοκοπημένου τραπεζικού της συστήματος. Για αυτό θα χρειασθεί καταρχήν να γίνει κρατικοποίηση των τραπεζών που χρεοκοπούν και εκκαθάριση των ισολογισμών τους διαγράφοντας τα «τοξικά προϊόντα». Οι καταθέτες να εξασφαλίζονται στο ακέραιο και όλες οι υπόλοιπες υποχρεώσεις να διαγράφονται ή να ικανοποιούνται με ότι περισσεύει. Να μη γίνει καμιά κατάσχεση πρώτης κατοικίας. 
  • Ανασυγκρότηση της Κεντρικής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Τ.Α), με εθελούσια μετακίνηση προσωπικού από γραφειοκρατικές δομές σε υποδομές κοινωνικής-περιβαλλοντικής προστασίας-που σήμερα είναι σχεδόν ανύπαρκτες-για ενίσχυση του κλάδου της Κοινωνικής Αλληλέγγυας Οικονομίας (Κ.ΑΛ.Ο). Οι ΟΤΑ-όπως φαίνεται από την περίπτωση των «χαρατσιών»- μπορούν να πιεσθούν να βοηθήσουν στη δημιουργία των θεσμών της. Θα είναι απαραίτητο φυσικά οι υπερτροφικοί καλλικρατικοί θεσμοί της σημερινής Τ.Α. να αλλάξουν και να υπάρξει επανασύσταση των χωρικών κοινοτήτων ως αυτοδιοικητικών μονάδων, επανασύσταση των μικρών δήμων, με το χωρισμό των μεγάλων πόλεων σε δήμους κάτω των 50.000 κατοίκων (που συστήνουν με τη σειρά τους αστικές κοινότητες με βάση τις γειτονιές που δεν ξεπερνούν π.χ. τους 1000-2000 κατοίκους) και των διοικητικών περιφερειών σαν ομοσπονδίες δήμων.
  • Να απαιτήσουμε έκτακτα μέτρα εσόδων από τα υψηλά εισοδήματα για να στηριχθούν τα κλυδωνιζόμενα ασφαλιστικά ταμεία. Να προωθήσουμε και να αναβαθμίσουμε τα συλλογικά-κοινωνικά αγαθά (σιδηρόδρομος, ενέργεια, νερό, περιβάλλον, έρευνα-καινοτομία), ενάντια στην επιδιωκόμενη σημερινή ιδιωτικοποίησής τους, ώστε να λειτουργήσουν σαν παράλληλος «κοινωνικός μισθός», με στόχο να ξαναγίνει η ποιότητα ζωής δικαίωμα για όλους. Φορολογική μεταρρύθμιση με χαρακτήρα δικαιοσύνης και αναδιανομής, που θα χρησιμοποιεί τους φόρους και ως εργαλεία για ενθάρρυνση ή αποθάρρυνση δραστηριοτήτων ανάλογα με τις επιπτώσεις των τελευταίων στο περιβάλλον και την κοινωνία. 
Τα παραπάνω θα έπρεπε να προωθήσει σημερινή κυβέρνηση, αντί να διατυμπανίζει ότι με την «υλοποίηση της συμφωνίας» θα «έρθουν οι επενδύσεις και η ανάπτυξη» και άρα θα «μπορέσουμε να βγούμε ξανά στις αγορές» για νέα δάνεια, θα πρέπει να επανέλθει σε αυτό που έλεγε προεκλογικά: να βγάλει τη χώρα από τη σημερινή κρίση. Αλλά η ηγετική ομάδα του Σύριζα ξέχασε πολύ γρήγορα ότι ο βασικός λόγος για τον οποίο ψηφίσθηκε ήταν ακριβώς αυτό. 
Να επεξεργασθεί και να υλοποιήσει ένα πρόγραμμα διεξόδου από την κρίση! 

Αντί να εγκαταλείψει τον διάλογο με την κοινωνία για τη διαμόρφωση αυτού του προγράμματος και να τον μεταφέρει αποκλειστικά στο κοινοβουλευτικό επίπεδο και τους «ευρωπαϊκούς θεσμούς» των πιστωτών μόνο, θα έπρεπε να τον εισάγει στο εσωτερικό της κοινωνίας, και στις τοπικές κοινωνίες, και εκεί να βρει «συνομιλητές». 
Τώρα μιλάει μόνο με τους εξουσιαστές. Η εξουσία πολύ γρήγορα πήρε μαζί της σχεδόν όλα τα στελέχη της και τους έκανε όπως τους χρειάζεται αυτή, δηλαδή «αλαζόνες, ανάλγητους και ανερμάτιστους»[3]. Ο Σερζ Λατούς, όταν είχε έρθει στην Ελλάδα πριν γίνει κυβέρνηση ο Σύριζα και συναντήθηκε με τον Τσίπρα, δήλωσε σε σχετική ερώτηση (στην Εφημερίδα των Συντακτών) : «Ο Τσίπρας δε θα πάρει την εξουσία, θα τον πάρει η εξουσία». Πόσο δίκιο είχε!

Τελικά όλο το σημερινό πολιτικό προσωπικό, ανεξάρτητα από ποιο κόμμα έχει τοποθετηθεί στις θέσεις κλειδιά, προέρχεται από τους κρατικούς μηχανισμούς και σχεδόν από κείνους τους τομείς της οικονομίας ( ΔΕΚΟ, κατασκευές, τράπεζες, εμπόριο, τουρισμό), που είναι υπεύθυνοι για τη σημερινή κατάντια και αποτελούν μέρος του προβλήματος. 
Το υπάρχον αυτό πολιτικό προσωπικό δε μπορεί να αντιληφθεί, να προτείνει και να διατυπώσει το απαραίτητο εκείνο πρόγραμμα που θα στηρίζεται στις πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και των περιφερειών της, ώστε να αφήσουμε πίσω την κρίση και να εξασφαλίσουμε την ευζωία των σημερινών και επόμενων γενιών με μετάβαση σε μετακαπιταλιστική κοινωνία. Και για αυτή τη μετάβαση δεν ενδιαφέρεται καν, γιατί ζει σε «άλλο τόπο». Ζει στο «παγκόσμιο εικονικό χωριό», στα πλαίσια των διάφορων «αγορών» και έχει εκπαιδευθεί να μιλά άλλη γλώσσα. Διαπραγματεύεται καινούργια δάνεια – μνημόνια, μέχρι να έρθει η μια από τα ίδια «ανάπτυξη» και η μέσω κατανάλωσης «ευημερία» με την είσοδό μας στις «Αγορές» (το α με κεφαλαίο). Ο σκοπός του είναι να μπορέσει πάλι να πάρει νέα δάνεια για να συντηρήσει τον παρασιτικό κρατικό μηχανισμό και κυρίως την κρατικοδίαιτη ελίτ (τράπεζες, εργολάβους, κρατικούς αξιωματούχους, ΜΜΕ, πολιτικό προσωπικό  κλπ). Αυτό έχει μάθει και σε αυτό στηρίζεται και η σημερινή κυβέρνηση.

Αλλά αυτό δεν μπορεί και δε θα πρέπει πλέον να το αφήσουμε να συνεχισθεί. Τα κόμματα της εξουσίας, ενώ προεκλογικά τονίζουν ότι ο λαός μόνο μπορεί να μας βγάλει από την κρίση, όταν μπαίνουν στην κυβέρνηση φαίνεται ότι το ξεχνάνε.

Η Χώρα θα γίνει οικονομικά πραγματικά ελεύθερη, ανεξάρτητη και αυτάρκης σε μεγάλο βαθμό, τότε και μόνο τότε (αναγκαία και ικανή συνθήκη), αν η απαραίτητη ανοικοδόμηση γίνει από τα κάτω και από τους «από κάτω» του λαού της. Εδώ, στους «από κάτω», υπάρχουν αρκετά αξιόλογα πρόσωπα -αρκεί να αποκτήσουν τη βούληση, ώστε να αποτελέσουν το «κρίσιμο» αριθμό- που θα μπορούσαν, να συγκροτήσουν ένα τέτοιο σχέδιο. Αν θέλανε να το κάνουν προσωπικό τους ζήτημα και να σηκώσουν στην πλάτη τους αυτό το -δύσκολο μεν σε συνθήκες επιβαλλόμενης παγκοσμιοποίησης και επικείμενης διάλυσης της Ευρωζώνης, αλλά απαραίτητο δε -έργο διεξόδου και μετάβασης.

Ένα τέτοιο σχέδιο είναι αδύνατο να διαμορφωθεί χωρίς την αφύπνιση και τη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, χωρίς συγκεκριμένη ανάλυση των δυνατοτήτων και της συνεισφοράς των ενεργών κοινωνικά και παραγωγικά πολιτών τους. Έχει πιθανότητα και δυνατότητα  να υλοποιηθεί, μόνο αν αποκατασταθεί η αυτοεκτίμηση και ο αυτοσεβασμός των πολιτών στην πράξη, μέσα από ουσιαστική συμμετοχή τους σε μια ρεαλιστική τοπική ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση και αναβάθμιση του πολιτισμικού και φυσικού περιβάλλοντος. 

Για το ξεπέρασμα του γενικευμένου βάλτου χρειάζονται από όλους ιδέες αλλά και θάρρος. Ιδέες που μπορούν να συνδεθούν με πολλά σημαντικά στοιχεία της κοινοτικής και αυτοδιοικητικής παράδοσης του τόπου μας. Κάθε κοινωνική αναγέννηση δεν μπορεί να συμβεί αν δεν υπάρξει μια οικονομική αναγέννηση, αν δηλαδή η αναδιοργάνωση της κοινωνίας δεν μπορέσει σε σημαντικό βαθμό να βασιστεί στα δικά της πόδια μέσα από την ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση αλλά και τη ριζική αλλαγή των σχέσεων σε αυτόν τον  τομέα.

Η μικρή κλίμακα ήταν πάντοτε το χαρακτηριστικό των οικονομικών δραστηριοτήτων του πληθυσμού στην ελληνική επικράτεια. Για ιστορικο-πολιτισμικούς(μικροϊδιοκτητικός τρόπος παραγωγής με ανεξάρτητους παραγωγούς, πολυπληθείς κοινωνικές τάξεις μικροιδιοκτητών, αγροτών, μικροαστών που πολύ λίγο προλεταριοποιήθηκαν και άρα υπάρχει έλλειμμα μεν συλλογικότητας, αλλά περίσσιο αίσθημα ελευθερίας και αυτοδημιουργίας) και για οικο-γεωγραφικούς λόγους (διάσπαρτες και απομονωμένες ορεινές τοπικές κοινότητες, μικρές πεδινές εκτάσεις, πολλά νησιά)[4]

Ο μικρός κλήρος και οι μικρές επιχειρήσεις, που για τους συμβατικούς οικονομολόγους είναι μειονέκτημα, για τον χώρο των Βαλκανίων και την Ελλάδα ήταν το πλεονέκτημα με το οποίο πορεύθηκαν οι προηγούμενες γενιές[5] και θα είναι το μέσον για τη διέξοδο και των νέων γενεών στον ίδιο χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Η στήριξη των μικροπαραγωγών κάθε είδους, ο πολλαπλασιασμός των μικρών μεταποιητικών μονάδων σε συνεταιριστική ή συνεργατική βάση και οι δομές της κοινωνικής οικονομίας στον τομέα των υπηρεσιών και των κοινωνικών αγαθών και εφοδιασμού, θα είναι η μόνη κατεύθυνση και το μόνο σχέδιο που ουσιαστικά μπορεί άμεσα να προσφέρει πολλαπλασιαστικά νέες, ποιοτικές και μακροβιότερες τοπικές θέσεις εργασίας που θα παράγουν για τις ανάγκες του κάθε τόπου μας πρώτα και στη συνέχεια για τις ανάγκες του πληθυσμού της επικράτειας.
 Στη χώρα μας, η μικρή αγροτική/κτηνοτροφική αλλά και η εργαστηριακή παραγωγή αποτέλεσαν και εν μέρει ακόμα αποτελούν βασικό χαρακτηριστικό της οικονομικής αλλά και κοινωνικής ζωής. Αυτή η παραγωγή των αγρών και των εργαστηρίων, βασισμένες σε οικογενειακές, φιλικές ή συνεργατικές σχέσεις, μπορεί, μέρα με μέρα και μέρος με μέρος, να συμβάλει καθοριστικά στην κοινωνική αναγέννηση. Αρκεί να υπάρχει ένα συντονισμένο σχέδιο στήριξης και επέκτασης της συνεργατικής και κοινοτικής οικονομικής δραστηριότητας. Κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να κάνει καμιά κυβέρνηση, πόσο δε μάλλον όταν βρίσκεται υποταγμένη στις μνημονιακές επιταγές, αλλά και καμιά αγορά, όταν αυτή εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μεγαλοεπενδυτών, που θέλουν να μαζέψουν την ιδιοκτησία των ακινήτων και να έχουν τις τοπικές κοινωνίες εύκολα υποχείρια καθιστώντας τόσο αυτές όσο και μέρος των μεταναστευτικών ροών πηγή τροφοδοσίας διαθέσιμου φτηνού εργατικού δυναμικού.
Τα μνημόνια βέβαια δεν ήταν αυτά που προκάλεσαν πρώτα την παραγωγική αποδιάρθρωση της χώρας, απλά την επιτάχυναν και την ολοκλήρωσαν. Η παραγωγική αποδιάρθρωση στον πρωτογενή και μεταποιητικό τομέα, η υπερδιόγκωση του τριτογενούς τομέα των υπηρεσιών και του εμπορίου-με το μεγάλο πλήθος των μικρών και μεγάλων μαγαζιών που σήμερα κλείνουν και κατά συνέπεια η τεράστια σημερινή ανεργία- είναι αποτέλεσμα των πολιτικών εδώ και πολλά χρόνια. Ειδικά ο αγροδιατροφικός τομέας στον οποίο είχαμε αυτάρκεια, μετά την είσοδο στην ΕΕ και τις εξειδικευμένες γεωργικές επιδοτήσεις έγινε και αυτός ελλειμματικός (βλέπε: http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/pos-xathike-i-aytarkeia-sti-xora-paradeigma-tis-thessalias). Μια οικονομική δραστηριότητα που περιορίζεται μεταξύ «καταστημάτων ρουχισμού, καφετεριών και σουβλατζίδικων» δεν μπορεί να φέρει την ανασυγκρότηση.
Παρόλο το αίσθημα ενοχής, που κυριαρχεί σήμερα στα περισσότερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, λόγω και της προπαγάνδας του «όλοι μαζί τα φάγαμε», κάποια στιγμή, ιδίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των ανειδίκευτων εργαζομένων και των ανέργων δε θα μπορούν να αποδεχθούν άλλο την εξαθλίωσή τους. Μαζί με κάποια μέχρι τώρα βολεμένα, αλλά «νεόπτωχα» πλέον στρώματα, θα πάψουν να συναινούν στην υπάρχουσα Ε.Ε. Δε θα μπορούν να δεχθούν για τη χώρα τον ρόλο που θα της έχει αναθέσει ο παγκόσμιος καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας. Σαν χώρα δηλαδή που θα έχει χάσει την αυτάρκεια, θα έχει καταστρέψει το περιβάλλον της και θα έχει γίνει περιοχή φθηνών υπηρεσιών και τουρισμού. Σαν χώρας εξαρτημένης πλήρως από τις εισαγωγές για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του πληθυσμού με  δημιουργία ελλειμμάτων στους φυσικούς πόρους και την οικονομία της, ώστε να συνεχίζεται η δανειοδότηση για την κάλυψη αυτών των ελλειμμάτων και την πληρωμή των δανείων από τα σημερινά και αυριανά «υποζύγια». Για να συνεχίζεται η εξάρτησή της από τους “πιστωτές”, για να συνεχίζεται το «πάρτυ» της ντόπιας και διεθνούς ελίτ. Αλλά ταυτόχρονα θα καταλάβουν ότι δε μπορούν, καλύτερα δε μπορούμε η πλειοψηφία των Ελλήνων, να γυρίσουμε προς τα πίσω, στο προηγούμενο της κρίσης μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στον υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής και στο μεγεθυμένο οικολογικό αποτύπωμα.
Θα χρειασθεί να αντιληφθούμε καθαρά ότι η ευζωία μας δε μπορεί να ταυτισθεί με την ατομική κατανάλωση, αλλά με την ανάδειξη άλλων σημαντικών αξιών και προτεραιοτήτων: της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της κοινότητας, της φιλίας, της ελευθερίας, του αυτοκαθορισμού, της κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομίας, της στήριξης στην αφθονία των κοινωνικών-συλλογικών αγαθών μας και στους δίκαια κατανεμημένους περιορισμένους φυσικούς πόρους μας.
Η συλλογική –κοινοτική-δημοτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής μπορεί να κάνει εφικτή τη συγκρότηση ενός παραγωγικού και ενεργειακού τομέα ποιοτικής ικανοποίησης των τοπικών αναγκών και μάλιστα να εκμεταλλευτεί τις ρωγμές και τα κενά του «μαζικού» βιομηχανικού μοντέλου, προωθώντας ποιοτικά προϊόντα ονομασίας προέλευσης στις ειδικές διεθνείς ποιοτικές αγορές.
Εφαλτήρας για την διέξοδο μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας[6] και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς.
Το πρώτο βήμα:
Σε κάθε τόπο και περιφέρεια, αξιόλογα πρόσωπα που θα θέλουν να επωμισθούν το καθήκον της διαμόρφωσης του σχεδίου της παραγωγικής ανασυγκρότησης δημιουργούν πρωτοβουλίες για τη συγκρότηση Συμβουλίων Παραγωγικής Ανασυγκρότησης(ΣΠΑ). Οι πρωτοβουλίες αυτές διαβουλεύονται και θέτουν ως στόχο τη διαμόρφωση «από τα κάτω» ενός τοπικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, με βάση την περιφέρεια. Για αυτόν τον σκοπό καλούν για διαβούλευση τους ενδιαφερόμενους πολίτες σε συνελεύσεις γειτονιών- κοινοτικών διαμερισμάτων- αγροτικών κοινοτήτων, σε συνελεύσεις ενδιαφερόμενων επαγγελματιών και εργαζομένων στους διάφορους χώρους εργασίας και εκπαίδευσης, σε συνελεύσεις συλλόγων επιστημόνων και κοινοτήτων ενδιαφερόντων κ.λπ. Από αυτές τις συνελεύσεις εκλέγονται ανακλητοί εκπρόσωποι στα ΣΠΑ.
Τα επόμενα βήματα[7]:
Σε μια τέτοια κατεύθυνση επόμενα βήματα θα μπορούσαν να ήταν κάποια σαν τα παρακάτω:
  • Η Τ.Α. πιέζεται από το κίνημα αυτό των συμβουλίων να θέσει πόρους στη διάθεση συλλογικών δομών εργασίας, με τη μορφή κοινωνικών επιχειρήσεων (συνδυασμός αμειβόμενης εργασίας για ανέργους - εξειδικευμένης από υπαλλήλους του δήμου -εθελοντικής εργασίας από εθελοντές που μαζί με τους υπαλλήλους παίζουν το ρόλο του "εμψυχωτή"). Να δημιουργήσει χώρους παραγωγής και αυτοπαραγωγής (π.χ. εργαστηρίων επαναχρησιμοποίησης ηλεκτρικών - ηλεκτρονικών ειδών, επίπλων, ρούχων, δημοτικών λαχανόκηπων, μεταποίησης γεωργικών προϊόντων κ.λπ.), χώρους απασχόλησης παιδιών, ανταλλαγής ειδών από «δεύτερο χέρι», γραφείων «συνταξιδιωτών» κ.λπ. Να οργανώσει γραφεία-συνεργεία από άνεργους αρχιτέκτονες-οικοδόμους-μηχανικούς-υδραυλικούς-μονωτές-ηλεκτρολόγους κ.ο.κ., για κατα-ανα-σκευή κτιρίων σε βιοκλιματικά και αυτάρκη ενεργειακά, συνεργεία  για τη δημιουργία «πράσινων» και «ηλιακών στεγών». Σε αυτή την πολιτική μπορεί να κερδηθεί η ΤΑ, γιατί πέρα από την εξοικονόμιση ενέργειας που θα πετύχαινε, θα δημιουργούσε πελώριο αριθμό νέων θέσεων εργασίας και απασχόλησης σε όλες τις κοινότητες και τους δήμους της χώρας. Ειδική περίπτωση: αυτοδιαχειριζόμενα συνεργεία και όχι ιδιώτες εργολάβοι να αναλαμβάνουν συγκεκριμένες εργασίες του δήμου
  • Οργάνωση χώρων κομποστοποίησης των οργανικών αποβλήτων από τους δήμους για παραγωγή οργανικών λιπασμάτων. Στήριξη συνεταιρισμών ή συνεργατικών που μπορεί να αναλάβουν το ίδιο για τις περιοχές τους. Εφαρμογή μιας στρατηγικής μείωσης και εκμηδενισμού των απορριμμάτων, που θα δημιουργούσε δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, από συλλέκτες-διαλογείς απορριμμάτων για επανάχρηση, έως επιστήμονες που θα πρωτοπορούσαν στην εφεύρεση κι εφαρμογή νέων υλικών και μεθόδων.
  • Απαραίτητο να δημιουργηθεί η κουλτούρα της επισκευής-επιδιόρθωσης. Η επαναχρησιμοποίηση αντικειμένων μέσω επιδιόρθωσης είναι πιο βιώσιμος δρόμος από ότι η ανακύκλωση για επανάκτηση υλικών χρήσης που προτάσσεται σήμερα(όπου και αν γίνεται ανακύκλωση). Οι δήμοι και οι κοινότητες –γενικά η ΤΑ-μπορεί να βοηθήσει πολύ προς αυτή την κατεύθυνση με το να προσφέρουν κοινόχρηστους χώρους και υπηρεσίες στις αντίστοιχες πρωτοβουλίες πολιτών.
  •  Εκπαίδευση χιλιάδων νέων ανθρώπων, στα σχολεία και τις σχολές, στην κηπουρική και την «φωτισμένη» οικο-γεωργία, με σκοπό να παραγάγουν σε τοπικό επίπεδο όλο και περισσότερα τρόφιμα, για τον εαυτό τους και για διάθεση στην τοπική αγορά, θα δημιουργούσε επίσης νέες θέσεις εργασίας. Με τη μετατροπή της κάθε σε ζώνη οικο-βιο-γεωργίας και ζώνη ελεύθερη από μεταλλαγμένα, θα εξασφαλίζονταν ποιοτικά προϊόντα που θα έχουν και συγκριτικό πλεονέκτημα για εξαγωγές. Κάθε δήμος να συστήσει Κέντρο Υποστήριξης της Βιολογικής, Φυσικής και Παραδοσιακής παραγωγής. Κάθε Πανεπιστήμιο και ΤΕΙ να συστήσει έδρα «έξυπνης και φωτισμένης» Γεωργίας, στα ΕΠΑΛ αντίστοιχες ειδικότητες Οικο-γεωργίας. Στήριξη των τοπικών παραδοσιακών ποιοτικών προϊόντων από ανθεκτικές ντόπιες ποικιλίες και ράτσες (προϊόντων ΠΟΠ, ΠΓΕ, κ.λ.π.).  Λαϊκές αγορές με ασφαλή ελεγμένα προϊόντα από τους ίδιους τους παραγωγούς (σήμερα τα περισσότερα διακινούνται από εμπόρους, είναι ανώνυμα και επιβαρύνονται με κάθε είδους φυτοφάρμακα). Οργάνωση αυτόνομων-αυτοδιαχειριζόμενων λαϊκών αγορών παραδοσιακών και οικολογικών προϊόντων και χειροποίητων χρηστικών αντικειμένων.
  •  Αποκατάσταση στη διατροφή μας του μεσογειακού διατροφικού μοντέλου με μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων. Στροφή στον Οικοτουρισμό(αποκατάσταση ορεινών διαδρομών, καλντεριμιών, γραφικών οικισμών κ.λπ, καθώς και τοπικά ποιοτικά προϊόντα στα σιτηρέσια των ξενοδοχείων και ξενώνων)  και τον αγροτουρισμό (πολυλειτουργικοί γεωργοί, ταυτόχρονα ξενοδόχοι, μάγειροι, κ.λ.π).
  • Δημιουργία νέων (ή μετατροπή των παλιών) τοπικών βιομηχανικών οικοσυστημάτων(απόβλητα μονάδων, επεξεργάσιμη ύλη για άλλες), μεταποίηση των γεωργικών σε προϊόντα διατροφής και ένδυσης (π.χ. ανασύσταση υφαντουργείων, βιομηχανιών ζάχαρης, συνεργατικά αρτοποιεία παντού, οικολογικά ελαιοτριβεία άθερμης έκθλιψης κ.λπ). Βιοτεχνίες υπόδησης, επεξεργασίας ξύλου χωρίς τοξικά υλικά, φυσικών απορρυπαντικών και ελαιοσαπουνιών, σιδηρουργεία, εργαστήρια κατασκευής μικρών ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών νέας τεχνολογίας, ποδηλάτων και ηλεκτρικών αυτοκινήτων κ.λπ.   
  • Ενίσχυση της εσωτερικής μετανάστευσης με συλλογικές μετεγκαταστάσεις ανέργων νέων των πόλεων στην περιφέρεια, σε χώρους αυτοπαραγωγής και αυτοδιαχείρισης, απαιτώντας τη στήριξή της από κεντρικούς ή τοπικούς πόρους(π.χ. για νέους ακτήμονες αγρότες διάθεση δημόσιας ή δημοτικής και εκκλησιαστικής γης). Αστικές και περιαστικές καλλιέργειες για παραγωγή μέρους τουλάχιστον της τροφής του πληθυσμού των πόλεων. Δημοτικοί και κοινωνικοί λαχανόκηποι για καλλιεργητές του ελεύθερου χρόνου.
  •  Επιδίωξη ενεργειακής αυτοδυναμίας μέσω ενεργειακού εφοδιασμού από δημοτικές-διαδημοτικές επιχειρήσεις, που παράγουν ηλεκ. ενέργεια από ΑΠΕ, κατέχουν τα τοπικά δίκτυα μεσαίας και χαμηλής τάσης και διαχειρίζονται τη διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές της περιοχή τους. Και όλα αυτά να συνδέονται με καμπάνιες, έρευνες και εφαρμογές σε τεχνολογίες εξοικονόμησης ενέργειας. Δημιουργία συνεταιρισμών και συνεργατικών για την παραγωγή ενέργειας από μικρές εγκαταστάσεις ΑΠΕ και διάθεσή της στα τοπικά δημοτικά δίκτυα, καθώς και για εγκαταστάσεις φ/β συστημάτων στις στέγες και ταράτσες των σπιτιών, στις στέγες των αγροτικών υπόστεγων και αποθηκών, σε μη παραγωγική γη, όπου μπορούν να εγκαθιστούν και μικρές ανεμογεννήτριες, τις οποίες θα κατασκευάζουν οι ίδιοι οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί, χωρίς να τις εισάγουν.
  • Αποεμπορευματοποίηση-αποκαπιταλιστικοποίηση των κοινωνικών σχέσεων στηριζόμενοι στα κοινωνικά-συλλογικά αγαθά. Εδώ εκτός από την ενέργεια και το νερό, ανήκουν για παράδειγμα: πάρκα, παιδικές χαρές, βιβλιοθήκες, δημοτικές πισίνες και λουτρά, ζωολογικοί κήποι, μουσεία ή θέατρα. Είναι δημόσιοι χώροι και δομές, που κατά κανόνα χρηματοδοτούνται από τα «δημόσια χέρια». Όπου λοιπόν πρωτοβουλίες πολιτών ή μη κερδοσκοπικές οργανώσεις και συνεργατικές ομάδες, αναλαμβάνουν τη λειτουργία αυτών των κοινών χώρων και εξοπλισμών, θα πρέπει να υποστηριχθούν παραδειγματικά από την τοπική πολιτική στην Αυτοδιοίκηση.
  • Δημιουργία δικτύων αχρήματων ανταλλαγών και τοπικών νομισμάτων για το ξεπέρασμα της έλλειψης ρευστότητας ή πιστωτικών συνεταιρισμών για τον ίδιο λόγο.
Όταν τα ΣΠΑ καταφέρουν να υλοποιήσουν τη διαδικασία διαμόρφωσης του σχεδίου- προγράμματος παραγωγικής ανασυγκρότησης-πράγμα που σημαίνει ότι θα έχουν εμπλακεί μεγάλος αριθμός πολιτών σε αυτή τη διαδικασία- τότε σύστημα των Συμβουλίων θα μπορεί να επεκταθεί σιγά σιγά σε όλους τους επιμέρους τομείς της καθημερινότητας των πολιτών. Θα χρειασθεί να γίνουν συμβούλια για κάθε τομέα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας στους δήμους και τις περιφέρειες[8], με πρώτο φυσικά το Συμβούλιο Αγροδιατροφικού Τομέα (αφού θα είναι ο εφαλτήρας όπως ισχυρισθήκαμε πιο πάνω) και στη συνέχεια το Συμβούλιο Υγείας, παιδείας-εκπαίδευσηςδικαιοσύνης, βιοτεχνικής- βιομηχανικής παραγωγής, ενεργειακού εφοδιασμού, περιβάλλοντος και οικολογικής ισορροπίαςαυτοάμυνα κ.λπ.



[1] Τους όρους έχω δανεισθεί από το ομώνυμο ιστολόγιο: Ενδογενής Παραγωγική Ανασυγκρότηση (http://endogenis.blogspot.de)

[2] Πρόκειται για μια οικολογική και γεωγραφική ταυτόχρονα περιοχή, που αποτελεί ένα χώρο με κοινές φυσικές και γεωγραφικές συνθήκες, αρκετό για να εξασφαλίζει τους κύκλους της ζωής και των θρεπτικών φυσικών στοιχείων και υλικών, καθώς και την ενσωμάτωση των αποβλήτων, αλλά και κοινές ιστορικές καταβολές και ηθικές αξίες των ανθρώπινων κοινοτήτων της, που της δίνουν μια ταυτότητα. Μπορεί να είναι μια περιοχή στα πλαίσια μιας νομαρχίας του παρελθόντος (π.χ. Μαγνησίας) με 1-2 αστικούς δήμους και μερικούς περιφερειακούς δήμους και κοινότητες, που μπορεί να εξασφαλίζει αυτοδυναμία πόρων και ενέργειας. Μπορεί  βέβαια να επεκταθεί και στα πλαίσια μιας υπάρχουσας περιφέρειας του "Καλλικράτη", όπως η Θεσσαλία, αλλά θα εξαρτάται και από τον ανθρώπινο πληθυσμό της που δε θα πρέπει να υπερβαίνει το 1.000.000.
[3] Έτσι τους περιγράφει ο Αλέξανδρος Οικονομίδης στο κείμενό του: Εθνικό στρατηγικό παραγωγικό όραμα (http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/ethniko-stratigiko-paragogiko-orama)

[4] «Το νεοελληνικό κοινοτικό ρεύμα», κεφάλαιο στις σελ 78-85, στο βιβλίο μας: Ο Σύγχρονος Κοινοτισμός, εκδόσεις των συναδέλφων.
[5]Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα  αποτελούν το 99,9% του συνόλου των επιχειρήσεων. Εξ αυτών το 96,7% είναι πολύ μικρές επιχειρήσεις (1-9 άτομα), το 2,8% μικρές (10-49 άτομα) και το 0,4% μεσαίες (49-250 άτομα). Οι μεγάλες επιχειρήσεις αποτελούν το 0,1%.( στοιχεία από το κείμενο της σημείωσης 2) Η ελληνική οικονομία δεν βασιζόταν ποτέ στις μεγάλες εκτάσεις και ποσότητες και στην φορντική αλυσίδα παραγωγής, αλλά στην παραγωγή σύνθετων τελικών προϊόντων για τις τοπικές αγορές. Όλες όμως οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων, συναγωνίζονταν με ποιο τρόπο θα κλείσουν οι μικρές οικονομικές δομές, διακηρύσσοντας: «οι μικρομεσαίοι, είτε πρέπει να συγχωνευθούν και να γίνουν μεγάλοι, είτε πρέπει να κλείσουν!» Είχαν σαν πρότυπο τα μεγάλα «κινητά φουγάρα» του κοσμοπολίτικου εμπορικού στόλου των Ελλήνων εφοπλιστών του City και ονειρεύονταν και «σταθερά φουγάρα» μεγαλοβιομηχανιών από ξένους επενδυτές, μια και η ελληνική οικονομική ελίτ προτιμούσε να είναι κρατικοδίαιτη. Με τα μνημόνια της τρόικας επιτυγχάνεται τελικά αυτό που δεν είχαν καταφέρει οι προ μνημονίων ελληνικές κυβερνήσεις.   
[6] «Έξυπνη» γεωργία και υγιεινή τροφή είναι η διέξοδος(http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/eksypni-georgia-kai-ygieini-trofi-einai-i-dieksodos)


[7] Τι να κάνουμε: τα πρώτα βήματα, μετά τη κατάρρευση της οικονομίας και της πολιτικής των "μνημονίων": http://www.topikopoiisi.eu/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/8

[8] Η συμμετοχή μεγάλου αριθμού πολιτών σε αυτά τα συμβούλια- στα οποία θα διαπαιδαγωγούνται ταυτόχρονα στις δημοκρατικές διαδικασίες, στον κοινοτισμό και την αυτοδιεύθυνση- θα δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την ολοκλήρωση των θεσμών μιας συμβουλιακής δημοκρατικής αυτονομίας σε επίπεδο περιφέρειας
Για την ολοκλήρωσή της όμως σε επίπεδο επικράτειας, θα απαιτηθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο από μια μετακαπιταλιστική κοινωνία μετάβασης στην άμεση δημοκρατία και τον δημοκρατικό συνομοσπονδισμό: http://www.topikopoiisi.eu/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/6877678

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

Ευζωία αντί Ευημερία

Χρησιμοποιούμε τον όρο «ευζωία» (ευ ζωή, καλή ζωή) για να τον ξεχωρίσουμε από τον όρο «ευημερία» (ευ ημέρα, καλή ημέρα) που χρησιμοποιείται σήμερα από όλους σαν στόχος της «ανάπτυξης». Άλλο να περνάς τη μέρα σου καλά, και άλλο να έχεις μια ποιότητα συνολικά σε όλη τη ζωή σου. Άλλο να νομίζεις ότι ήλθες στη ζωή για να τρέχεις, να δουλεύεις όσο γίνεται περισσότερο, να αποκτάς περισσότερα χρήματα για να καταναλώνεις όσο γίνεται περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες-εμπορεύματα, θεωρώντας-χωρίς να έχεις το χρόνο να σκεφθείς- ότι «ευημερείς» και άλλο να περιορίζεις τις καταναλωτικές σου ανάγκες υιοθετώντας ένα μοντέλο «εθελούσιας ολιγάρκειας», να καταναλώνεις δηλαδή λιγότερους αλλά επαρκείς πόρους και ενέργεια, ζώντας μια καλύτερη συνολική ζωή, ανακαλύπτοντας την ποιότητα και την αξία χρήσης των προϊόντων και έχοντας επαρκή χρόνο στη διάθεσή σου για αυτοανάπτυξη, αυτοπραγμάτωση και εμβάθυνση στα νοήματα της ζωής.
Κατευθυντήρια γραμμή  για την ευζωία -αξιοβίοτη ζωή προτείνουμε τα οκτώ Ε:

  1. Επιβράδυνση στον χρόνο .  Αντί του σημερινού όλο και πιο γρήγορα και επιφανειακά: πιο αργά και σε βάθος!
  2. Εγγύτητα στον χώρο. Αντί του όλο και πιο μεγάλα, του όλο και πιο μακριά και παγκοσμιοποιημένα: πιο μικρά, πιο κοντά και τοπικά!
  3. Επάρκεια στην ιδιοκτησία, στα μέσα και τους πόρους διαβίωσης. Αντί του όλο και περισσότερα: ποιότητα, επάρκεια, λιγότερα είναι συνήθως αρκετά! Αντί μιας χρήσης και με ημερομηνία λήξης: καλύτερα και πιο γερά! αντί για το απρόσωπο του ομογενοποιημένου της μαζικής παραγωγής : πιο όμορφα και προσωπικά !
  4. Ενσυναίσθηση στις διανθρώπινες σχέσεις και στις σχέσεις με τις άλλες μορφές ζωής. Αντί εμπορευματοποίησης και ωφελιμισμού, αναγνώριση της διαφορετικότητας και συμπάθεια-αλληλοστήριξη!
  5. Έξοδος στην αγορά  . Αντί μόνον για όποιον έχει χρήματα μέσω της αγοράς: πιο δίκαια, για τον καθένα που το χρειάζεται, από τον καθένα που μπορεί!
  6. Επαναοικειοποίηση τόπων, Κοινών συλλογικών αγαθών και χρόνου. Αντί καταστροφής τόπων και Κοινών με «ανάπτυξή» τους, αντί αύξησης του εργάσιμου χρόνου, επανατοπικοποίησηυποστήριξή τους και αύξηση του ελεύθερου προσωπικού χρόνου για αυτοπραγμάτωση-αυτοανάπτυξη!
  7. Ευρύτητα στη γνώση και τις δεξιότητες. Αντί της εξειδίκευσης και του μονοδιάστατου οικονομικού ατόμου, ολιστική πολύπλευρη γνώση και ολοκληρωμένα πρόσωπα!
  8. Επανανοηματοδότηση στη συνείδηση. Αντί του όλο και πιο ανταγωνιστικά: συνεργατικά και αλληλέγγυα! όποιος φροντίζει για όλους, φροντίζει και για τον εαυτό του!

 Το 8οκριτήριο προϋπόθεση για τα άλλα 7. Τα οκτώ Ε είναι χρήσιμα για την αλλαγή στην ατομική στάση και τον τρόπο ζωής μας, αλλά και σαν πυξίδα στη γενικότερη πολιτική κατεύθυνση και την οικονομία.

Για μια "φωτισμένη και έξυπνη" γεωργία, σαν διέξοδος για τον Aγροδιατροφικό μας Tομέα

Η γεωργία και η διατροφή είναι ο τομέας από τον οποίο θα ξεκινήσουμε για την απαραίτητη αλλαγή στο σημερινό κυρίαρχο αναπτυξιακό-καταναλωτικό μοντέλο, το οποίο με αφορμή τη σημερινή συνολική κρίση έδειξε τα όριά του. Μέσα από καλλιέργειες-εκτροφές που θα μπορούν να θρέφουν τους ανθρώπους, καλά και συνεχώς. Μια γεωργία που χωρίς να καταστρέφει τον υπόλοιπο κόσμο και χωρίς να μπαίνει στον ζουρλομανδύα της μεγιστοποίησης του κέρδους μέσω της αγοράς, θα μπορεί να εξασφαλίζει την «ευζωία» των νέων γενιών των ανθρώπων.
Οι κυρίαρχες σήμερα οικονομικές-πολιτικές ελίτ στηρίζονται στην ουτοπία ότι το «μαγικό ραβδί» της αγοράς και η περισσότερη επιστήμη-τεχνολογία θα μας λύσουν τα προβλήματα και στον αγροδιατροφικό τομέα, μέσα από την καλλιέργεια και εκτροφή βελτιωμένων (υβριδίων) και γενετικά τροποποιημένων (μεταλλαγμένων) ποικιλιών και ρατσών. Αντίθετα, η πλειοψηφία των «από κάτω»  δε μπορεί παρά να στηριχθεί στη συνεργασία των αγροτικών κοινοτήτων για την παραγωγή αρκετής και υγιεινής τροφής, αν θέλει να επιδιώξει την ευζωία της σε ένα καλύτερο κόσμο. Είναι σήμερα κατανοητό ότι τα ανθρώπινα σώματα χρειάζονται ενέργεια για την ανάπτυξη και συντήρησή τους. Αλλά όχι μόνο. Oι διατροφολόγοι λένε ότι εκτός από ενέργεια χρειάζονται και «λάδωμα» για τις διάφορες λειτουργίες τους (χρειάζονται π.χ. ουσίες που δρουν σαν μεσάζοντες σε διάφορους μεταβολικούς κύκλους και διαδρομές), καθώς και διάφορα «δομικά υλικά» για να «κτίζουν» ή να «ανακαινίζουν» τη σάρκα. Όλα αυτά εξασφαλίζονται από τη κατανάλωση της τροφής[1], από τα συστατικά που την απαρτίζουν.
Τα απαραίτητα συστατικά της τροφής είναι: υδατάνθρακες, λίπη, πρωτεΐνες-τα λεγόμενα «μακροθρεπτικά» συστατικά- και επίσης μέταλλα, βιταμίνες, ανόργανα στοιχεία-τα λεγόμενα «μικροθρεπτικά» συστατικά. Οι άνθρωποι χρειάζονται κατά Μ.Ο. περίπου 2700 θερμίδες[2], σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων. Το διατροφικό μοντέλο των πλουσίων δυτικών περιέχει πολύ κρέας, άρα πολλά λίπη. Συνήθως εξασφαλίζουν το 40% των θερμίδων τους από το λίπος. Τα πολλά λίπη όμως επιφυλάσσουν όχι μόνο μεγάλο βάρος, αλλά και πολλά είδη καρκίνων και καρδιακά νοσήματα (στεφανιαία κυρίως). Η ιδανική δίαιτα θα ήταν αν εξασφαλίζαμε γύρω στο 20% των θερμίδων από λίπη[3]
Οι πρωτεΐνες είναι –μαζί με το νερό-κύριο συστατικό του σώματος (στους μυς, στις μεμβράνες, ερυθρά αιμοσφαίρια, αντισώματα, ορμόνες, ένζυμα κ.λπ). Παλιότερα στη Δύση-Βορρά κυριαρχούσε η άποψη ότι χρειαζόμαστε καθημερινά μεγάλες ποσότητες ζωικών πρωτεϊνών για να είμαστε υγιείς (δίαιτα με 12-15% πρωτεϊνη). Σήμερα μελέτες δείχνουν ότι το καλύτερο είναι μια δίαιτα με λιγότερο από 5% πρωτεϊνη[4] και αντιλαμβανόμαστε ότι οι άνθρωποι μπορούν να πάρουν την απαραίτητη για αυτούς πρωτεϊνη από τα δημητριακά και τα όσπρια, πράγμα που έκαναν μέχρι τώρα μόνο οι χορτοφάγοι (αποδεδειγμένα πιο υγιείς σε σχέση με τους ευτραφείς υπέρβαρους αυτού του κόσμου). Φυσικά τα ζωικά προϊόντα μας εξασφαλίζουν και κάποια απαραίτητα συστατικά όπως τα βασικά μέταλλα ασβέστιο και ψευδάργυρο, που δεν υπάρχουν σε ικανές ποσότητες στα φυτικά αντίστοιχα. Δεν θα πρέπει να τα διαγράψουμε εντελώς από τη καθημερινή μας δίαιτα, αλλά δεν χρειάζεται να στηρίζουμε τη δίαιτά μας κύρια στα ζωικά προϊόντα.
Αυτό θα έχει επιπτώσεις για τη μελλοντική «φωτισμένη» γεωργία: θα πρέπει να σταματήσει η σημερινή επιμονή στην εντατική κτηνοτροφία και η μεγάλη ζήτηση για τα προϊόντα της, ώστε να είναι δυνατόν να διατρέφεται ο παγκόσμιος πληθυσμός πλουσιοπάροχα με σιτηρά και όσπρια. Τα ζώα να είναι ενταγμένα με ισορροπία σε ολοκληρωμένα αγροκτήματα και τα ζωικά προϊόντα να είναι συμπληρωματικά στην ανθρώπινη διατροφή.   Από την άλλη θα χρειασθεί να επανέλθει στην πραχτική των αγροτικών κοινοτήτων η καλλιέργεια των ντόπιων εγκλιματισμένων ποικιλιών, που δεν χρειάζονται πολλές εξωτερικές εισροές και αντέχουν καλύτερα στις ντόπιες συνθήκες κλίματος και εδάφους, καθώς αντίστοιχα  και η εκτροφή των ντόπιων ρατσών ζώων και πουλερικών. Όσον αφορά στα σιτηρά, εκτός των άλλων επιτυχημένων τοπικών ποικιλιών (στην Ελλάδα π.χ. μαλακό σιτάρι: Βεργίνα, Δίο, Αιγές, σκληρό: Καπέιτι, Σαπφώ, Σάμος, Σκύρος, κ.ά ) που καλλιεργούνται και σήμερα, να επανέλθουν και στην καλλιέργεια των «ντυμένων» σιταριών[5] (του μονόκοκκου, δίκοκκου, σπέλτα) και κάποιων τέτοιων που καλλιεργήθηκαν με επιτυχία στο παρελθόν (στην Ελλάδα π.χ. Καπλουντζάς -Ερέτρεια- Μαυραγάνι-Ντεβές, Λεβέντης), και που εγκαταλείφθηκαν λόγω της δυσκολίας αποφλοίωσης και των χαμηλότερων αποδόσεων σε σχέση με τα «γυμνά» σιτηρά της εντατικής χημικής γεωργίας.
Σε παγκόσμιο επίπεδο: η υπάρχουσα παραγωγή τροφίμων μπορεί να θρέψει με τροφή 2700 θερμίδων ημερησίως, 12 δισεκατομ. ανθρώπους. Δεν θα έπρεπε να πεινάει κανείς, δεδομένου ότι είμαστε προς το παρόν περίπου 7 δις. Όμως 40 εκατομ. πεθαίνουν από πείνα κάθε χρόνο και κάπου 850 εκατομ. υποφέρουν από υποσιτισμό, εκ των οποίων το 34% (Αφρικανοί) ζουν με κάτω από 300 θερμίδες την ημέρα. Το πρόβλημα βεβαίως δεν είναι της παραγωγής, που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε, αλλά της διανομής της τροφής[6] και του εισοδήματος (φτώχεια) και άρα κοινωνικοπολιτικό και παίρνει διαφορετική μορφή, ανάλογα με τη χώρα και την περιοχή.
Στη χώρα μας το πρόβλημα εκφράζεται με 3 διαφορετικές μορφές ανάλογα με το εισόδημα του πληθυσμού:
1. Η έλλειψη θερμίδων αφορά στα φτωχά λαϊκά στρώματα(κύρια άνεργους και συνταξιούχους), λόγω της ακρίβειας και χαμηλού εισοδήματος. Η ακρίβεια όπως είναι γνωστό οφείλεται λιγότερο στο μεγάλο κόστος παραγωγής των εγχώριων γεωργικών προϊόντων και περισσότερο στο όλο σύστημα διανομής τους. Το οποίο σύστημα αντιμετωπίζει το θέμα της ακρίβειας, όχι συμπιέζοντας τα δικά του κέρδη (αντίθετα προσπαθεί να τα μεγιστοποιεί κάθε φορά), αλλά συμπιέζοντας τις τιμές παραγωγού, που φθάνει μέχρι την εισαγωγή φθηνότερων υποβαθμισμένων ομοειδών προϊόντων από τρίτες χώρες και την εισαγωγή παράνομων μεταλλαγμένων. Τα φτωχά λαϊκά στρώματα από τη μεριά τους θα μπορούσαν να το ξεπεράσουν εν μέρει, αν διέθεταν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για τροφή (σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ο μέσος καταναλωτής διαθέτει περίπου το 18% του εισοδήματός του για αυτό) και εν μέρει αν απαιτούσαν μεγαλύτερα εισοδήματα ικανά για να τρέφονται καλά, όχι μόνο από άποψη θερμίδων, αλλά με ποιοτικά και υγιεινά προϊόντα.
2. Η ποιότητα της τροφής και η επιβάρυνσή της με ανθυγιεινά και χημικά-τοξικά κατάλοιπα και γ.τ.ο., αφορά στην πλειοψηφία του πληθυσμού και για ένα μέρος του (χωρίς οικονομικό πρόβλημα, αλλά που έχει ενστερνισθεί τον καταναλωτισμό) έχει πάρει τη μορφή της παχυσαρκίας(κατανάλωση λιπαρών τροφών κ.λ.π.). Εδώ το ζήτημα έχει να κάνει με την ενημέρωση και την αλλαγή της νοοτροπίας, ιδίως της ταχυφαγίας.
3. Η φυσική και υγιεινή τροφή αφορά ένα μικρό μέρος του πληθυσμού, όχι κατ ανάγκην «πλούσιου», αλλά «συνειδητού» (με την έννοια ότι προτιμούν την ποιότητα παρά την ποσότητα), που όμως από την μια αντιμετωπίζει το πρόβλημα της έλλειψής της (δεν καλύπτεται η ζήτηση από την παραγωγή ποιοτικής τροφής ) και από την άλλη των υψηλότερων τιμών της. Εδώ το ζήτημα έχει να κάνει με την στήριξη και επέκταση της βιολογικής και οικο-γεωργίας, που αν γενικευθεί θα μπορέσει να απαντήσει όχι μόνο στο πρόβλημα της έλλειψης και της σχετικής ακρίβειας, αλλά θα μπορέσει να θρέψει όλο τον πληθυσμό και  γενικότερα να αναζωογονήσει την επαρχία, να μειώσει την ανεργία και να βοηθήσει στην αλλαγή της νοοτροπίας, ώστε να  στραφούμε  προς την ποιότητα και να μη προσκολλάμε στην ποσότητα.
Η Ελληνική παραδοσιακή (μεσογειακή) διατροφή, που αποτελεί έκφραση της κοινωνικής και πολιτισμικής μας κληρονομιάς, έχει απόλυτα τεκμηριωμένη επίδραση στην υγεία και τη μακροζωία του ανθρώπου. Αυτή χαρακτηρίζεται από:
• Υψηλή κατανάλωση: Φρούτα εποχής, Λαχανικά και χόρτα εποχής, Δημητριακά όπως ψωμί, ζυμαρικά, ρύζι κλπ. ολικής άλεσης ,Ελαιόλαδο κατά προτίμηση ωμό ,Ελιές , ξηροί καρποί και σπόροι όπως π.χ. αμύγδαλα, καρύδια, ή 3 ηλιόσποροι.
• Μέτρια κατανάλωση: Ψάρια και θαλασσινά, όσπρια, πατάτες
• Χαμηλή κατανάλωση: Λευκά κρέατα μέχρι (κοτόπουλο, κουνέλι, πουλερικά). Αυγά 3-4 την εβδομάδα. Γάλα και γαλακτοκομικά (Προτιμάμε γιαούρτι, τυρί και άλλα προϊόντα ζύμωσης με χαμηλά λιπαρά).
• Ελάχιστη κατανάλωση: Αλλαντικά, λουκάνικα, κόκκινο κρέας (μοσχάρι, βοδινό, χοιρινό, αρνί, πρόβατο κατσίκι, γίδα, κυνήγι). Γλυκά, παγωτά και αναψυκτικά μια φορά τη εβδομάδα


[1] Όταν τρώμε τη τροφή μας, στην ουσία τρώμε φυτικούς και ζωικούς ιστούς με όμορφες δομές στις οποίες έχει αποθηκευθεί χημική ενέργεια. Η βάση αυτών των δομών είναι η γλυκόζη-μια όμορφη τρισδιάστατη κρυστάλλινη μορφή-  που δημιουργείται από το διοξείδιο του άνθρακα και το νερό μέσω της φωτοσύνθεσης στα φυτά και παροχής ενέργειας από τον ήλιο. Στην ουσία η χημική ενέργεια που παίρνουμε από τη τροφή είναι ηλιακή ενέργεια που έχει μετατραπεί.

[2] Οι υδατάνθρακες αποτελούν τη βασική πηγή ενέργειας στα περισσότερα ανθρώπινα σιτηρέσια. Δίνουν περίπου 420 θερμίδες ανά 100 γραμμάρια. Ο «μέσος άνθρωπος» λοιπόν μπορεί να πάρει την ενέργεια που χρειάζεται καθημερινά από 500-700 γραμμάρια υδατάνθρακες. Στις παραδοσιακές δίαιτες και σιτηρέσια, τα φυτά οι σπόροι και οι βολβοί είναι η πρωταρχική πηγή ενέργειας. Σε αυτές τις τροφές υπάρχει και πολλή κυτταρίνη στον φλοιό  και επειδή η κυτταρίνη δεν μας παρέχει ενέργεια, οδήγησε παλιότερα στην άποψη ότι δεν μας χρειάζονται τα «πίτουρα» και είναι πιο εύπεπτα τα «λευκά» αλεύρια. Στη συνέχεια όμως αποδείχθηκε ότι τα πίτουρα είναι πολύ σημαντικό συστατικό για την δίαιτα του ανθρώπου. Η παρουσία τους ή η απουσία τους έχει μεγάλη επίδραση στη φυσιολογική λειτουργία του εντέρου, που παίζει σημαντικό βιοχημικό ρόλο για όλο το σώμα. τρώγοντας παραδοσιακά «ανεπεξέργαστους» υδατάνθρακες λοιπόν, έχουμε στη διάθεσή μας πιο υγιεινή τροφή.

[3] Γιατί το λίπος είναι απαραίτητο όχι μόνο σαν πηγή ενέργειας, αλλά σαν σημαντικό δομικό συστατικό του σώματος, σημαντικότερο από τους υδατάνθρακες. Κυρίως είναι χρήσιμο για τη μεμβράνη των κυττάρων(με τη μορφή «λιπιδίων»), τα μέρη του εγκεφάλου και για τα νεύρα. Όμως σαν δομικό συστατικό των παραπάνω πρέπει να είναι με τη μορφή «βασικών» λιπών (κυρίως του τύπου των «πολυακόρεστων». Τέτοια είναι τα λίπη που προέρχονται από τα φύλλα και τους σπόρους των φυτών, καθώς και από τα ψάρια, ιδίως τα λιπαρά, όπως το σκουμπρί. Αλλά τα ψάρια σε παγκόσμιο επίπεδο είναι τροφή για τους λίγους και λόγω της υπεραλίευσης και της μόλυνσης τα αλιεύματα σπανίζουν πια. Πιο ρεαλιστικό είναι να εξασφαλίζουμε τα βασικά λίπη από τα φυτά.


[4] Και καλύτερα με φυτικές πρωτείνες που παίρνονται από τον συνδυασμό δημητριακών και οσπρίων.  Οι άνθρωποι που ακολουθούν παραδοσιακές δίαιτες μπορεί να μη ξέρουν από βιοχημεία, αλλά ξέρουν από τη μακροχρόνια εμπειρία τους ότι δημητριακό και όσπριο είναι ο καλύτερος συνδυασμός στη μαγειρική τους, ώστε να είναι υγιείς. Αποτέλεσμα της μέχρι τώρα κυρίαρχης άποψης για πολλές ζωικές πρωτεϊνες στη διατροφή μας, ήταν τα εντατικά συστήματα ζωοεκτροφής και πτηνοτροφίας με όσο γινόταν πιο πολλά ζώα –πτηνά. Παράλληλα τα δημητριακά, τα όσπρια και η σόγια θεωρούνταν «δεύτερης τάξης» τροφή και προορίζονταν κυρίως για ζωοτροφές. Το αγροδιατροφικό σύστημα χρησιμοποιούσε μέχρι τώρα το 50% της παγκόσμιας παραγωγής σιταριού και κριθαριού, το 80% του καλαμποκιού και το 90% της σόγιας σαν ζωοτροφές (οι ευρωπαίοι καταναλωτές π.χ. επιδοτούν με 2 ευρώ την ημέρα κάθε εκτρεφόμενη με δημητριακά αγελάδα τους, ενώ πάνω από 2 δις άνθρωποι στον τρίτο κόσμο ζούν με 2 ευρώ την ημέρα).


[5] Σήμερα υπάρχει αναγκαιότητα να καλλιεργηθούν τα «ντυμένα» σιτηρά επειδή αντέχουν σε δυσκολότερες εδαφοκλιματολογικές συνθήκες (ξηρασία, άγονα εδάφη), είναι πολύτιμο γενετικό υλικό για τη μελλοντική γεωργία σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής, ενώ παράλληλα μπορούν να δώσουν προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας (χωρίς βέβαια να τα θεωρούμε και «υπερτροφές», όπως σκόπιμα διαδίδουν κάποια επιχειρηματικά συμφέροντα εκμεταλλευόμενα τη σύγχυση  και τη μόδα των «προϊόντων χωρίς γλουτένη».
 Γλουτένη: είναι μια πρωτεϊνη των μαλακών κυρίως σιτηρών (υπάρχει και στα σκληρά).Στο νερό παίρνει τη μορφή κολλοειδούς ουσίας, στην οποία οφείλεται και το «φούσκωμα» του ζυμαριού για το ψωμί. Στη βρώμη και το κριθάρι υπάρχει μια χαμηλότερη αναλογία της γλουτένης, όπως και στο μονόκοκκο και στα δίκοκκα σιτάρια. Το κεχρί, καλαμπόκι, ρύζι, κινόα, αμάρανθος, φαγόπυρο δεν περιέχουν γλουτένη. Είναι πλεονέκτημα για την αρτοποιία, αλλά κάποιοι άνθρωποι(όχι όλοι) δεν μπορούν να τη χωνέψουν και τους προκαλεί αλλεργία, δυσανεξία ή «ευαισθησία στη γλουτένη»(πόνο στο στομάχι, καούρες, φούσκωμα και αέρια στα έντερα, πονοκέφαλο, κόπωση κ.λπ.). Στο 1% του πληθυσμού περίπου προκαλεί την επικίνδυνη χρόνια νόσο κοιλιοκάκη στο λεπτό έντερο. Ο κάθε άνθρωπος έχει το δικό του όριο στη ανοχή της γλουτένης και θα πρέπει να το διερευνήσει, ώστε να βρει τρόπους αντιμετώπισης της τυχόν ευαισθησίας του σε αυτήν.
Η σύγχρονη διατροφή μας (τα τελευταία 50 χρόνια κυρίως στη Δύση) είναι «υπερφορτωμένη» με γλουτένη, λόγω της παρουσία της παντού σχεδόν(μπαίνει σαν πρόσθετο) και της υπερκατανάλωσης επεξεργασμένων τροφών που στηρίζονται στο ραφιναρισμένο αλεύρι.

[6] Μέσα από το εμπορικό σύστημα διανομής, εκτός των άλλων προβλημάτων που δημιουργούνται, έχουμε και το γεγονός ότι πηγαίνει πάνω από το 30% της παραγόμενης τροφής στα σκουπίδια. 14 δισ. στρεμ. (28% των καλλιεργούμενων εδαφών) χρησιμοποιούνται για παραγωγή 1,3 δισ. t πεταμένης από το εμπορικό σύστημα τροφής σε παγκόσμιο επίπεδο.

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

«Aνάπτυξη» ενάντια στην «Eυζωία»!

Η «ανάπτυξη» που πιπιλίζουν όλοι, από τα ΜΜΕ μέχρι και τους πολιτικούς, είναι ενάντια στην ευζωία των πολλών.
Είτε πρόκειται για δημοσιογράφους και ΜΜΕ, είτε για πολιτικούς: είναι αλλεργικοί στην κριτική της ανάπτυξης. Τα επιχειρήματα δεν παίζουν κανένα ρόλο. Η αλλεργία τους οφείλεται σε προκαταλήψεις και φόβους. Παρόλο που υπάρχουν τόσοι πολλοί καλοί λόγοι για να επιδιώξουμε ένα μέλλον πέρα από την ανάπτυξη.
Ο ισχυρισμός τους δεν είναι μόνο ότι η ανάπτυξη με τη μορφή της αύξησης των οικονομικών μεγεθών είναι αυτονόητη επιδίωξη των ανθρώπων και των κοινωνιών. Υποστηρίζουν κυρίως ότι αυτοί που την κριτικάρουν είναι εχθροί της προόδου. Η κριτική της ανάπτυξης, που φέρνει στο φως τις αρνητικές επιπτώσεις της για την ζωή των «απο κάτω», είναι ένα αχρείαστη, είναι πολυτέλεια, λένε, που δεν έχει επιχειρήματα από τη μεριά της και που αποτυγχάνει γιατί στρέφεται ενάντια στην «ανθρώπινη φύση».  
Δεν ασχολούνται, ούτε θέλουν να ακούσουν καθόλου τα επιχειρήματα και τα συμπεράσματα μελετών αρκετών πανεπιστημιακών που ασχολούνται με τη λεγόμενη «Νέα Οικονομία». Που διαμορφώνουν σήμερα το πρόταγμα του κοινωνικο-οικολογικού μετασχηματισμού της υπάρχουσας κυρίαρχης πολιτικής οικονομίας. Αυτοί, οι όχι αγοραίοι οικονομολόγοι, είναι πεπεισμένοι-μέσα από τις έρευνές τους-ότι η συνεχής μεγέθυνση της υπάρχουσας οικονομίας στις πλούσιες αναπτυγμένες χώρες, δεν έχει ως αποτέλεσμα την καλή ζωή για τις πλειοψηφίες των πολιτών, αλλά στέκεται απέναντι σε κάτι τέτοιο. Γιατί οι αναλύσεις τους δείχνουν: από την ανάπτυξη κερδίζουν κυρίως οι πιο πλούσιοι, όταν ταυτόχρονα δημιουργεί οξεία φτώχεια και αποκλεισμό και υπερβαίνει τα μέγιστα τα οικολογικά όρια του πλανήτη. Η αποανάπτυξη ή μετα-ανάπτυξη δεν είναι παραίτηση, στέρηση και οπισθοδρόμηση, αλλά μια προοδευτική εναλλακτική λύση στις προσταγές της ανάπτυξης.
Η επικράτηση της ιδεολογίας της ανάπτυξης
Ζούμε σε μια καπιταλιστική οικονομία «ανάπτυξης». Ότι η παραπέρα ανάπτυξη είναι δυνατή, επιθυμητή και αναγκαία, είναι ένα από τα ιδεολογικά θεμέλια των καπιταλιστικών κοινωνιών μας, που κρύβει το γεγονός ότι ποτέ μέχρι σήμερα σε ολόκληρη την ανθρώπινη Ιστορία δεν υπήρξαν τόσο πολλοί άνθρωποι να παράγουν τόσο πολύ πλούτο για λογαριασμό τόσο λίγων ανθρώπων σε κάθε χώρα. Όταν το λεγόμενο ΑΕΠ μιας χώρας αυξάνεται, χειροκροτούν όλοι. Αν δεν αυξάνεται τότε κάνουν  ό, τι είναι δυνατόν για να αλλάξει αυτό (ας θυμηθούμε τις τοξικές πριμοδοτήσεις στη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του σήμερα). Όταν κάποιος αυξάνει το εισόδημά του και το οικογενειακό ακαθάριστο προϊόν τότε θεωρείται επιτυχημένος, ενώ αν μείνει άνεργος, χωρίς μισθό είναι ο αποτυχημένος. Η ευθύνη για την επιτυχία ή την αποτυχία θεωρείται προσωπική και συχνά αποδίδεται στην εργατικότητα, στην ευφυία, στην μοίρα ή στο θέλημα του θεού, για να γίνεται γενικώς αποδεκτή. Η ιδεολογία της ανάπτυξης έχει και το αντίστοιχο αξιακό σύστημα.
Η οικονομική ανάπτυξη θα πρέπει βέβαια να λύσει όχι μόνο τα οικονομικά προβλήματα, όπως το χρέος ή την έλλειψη θέσεων εργασίας, αλλά και κοινωνικά προβλήματα, όπως η ανισότητα ή έλλειψη θέσεων στα νηπιαγωγεία, ισχυρίζονται, ιδίως οι αριστεροί. Πολλοί μάλιστα-περισσότερο πράσινοι- έχουν και την ελπίδα ότι "πράσινη ανάπτυξη"- μέσω της ενεργειακής πολιτικής και τεχνολογικής καινοτομίας-θα λύσει και τα οικολογικά προβλήματα. Η στασιμότητα σημαίνει για όλους κοινωνική κρίση: ανεργία, ελλείμματα προϋπολογισμού, φτώχεια. Όλα τα κόμματα – ακόμα και της αριστεράς ή των πρασίνων - εστιάζουν στην περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη.
 «Χωρίς ανάπτυξη, δε γίνεται τίποτα", αυτό είναι το κλειδί στην ιδεολογία της καπιταλιστικής κοινωνίας. Η πίστη στον επεκτατικό μοντερνισμό δεν θέλει να σπάσει: η ανάπτυξη είναι η πανάκεια, το ελιξίριο, το καθολικό μέτρο της προόδου, του εκσυγχρονισμού και της εξέλιξης. Αλλά είναι πραγματικά έτσι; Και υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις;
Οι συρρίκνωση των πλεονεκτημάτων της ανάπτυξης
Όταν οι ιδεολόγοι της ανάπτυξης ισχυρίζονται ότι η μεγέθυνση, η επέκταση, ταχύτητα και όλα τα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης, είναι κεντρικής σημασίας για την ευημερία της κοινωνίας, και ότι το ΑΕΠ είναι μέχρι σήμερα το καταλληλότερο μέτρο του πλούτου ενός έθνους και των ανθρώπων του, ο ισχυρισμός αυτός είναι μάλλον αμφίβολος. Ούτε καν οι εφευρέτες του ΑΕΠ το 1930, δεν συμμερίζονταν αυτήν την άποψη. Σήμερα αμφισβητείται αυτό και υπάρχουν οικονομολόγοι, κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί που εργάζονται εδώ και δεκαετίες για τη διαμόρφωση καλύτερων δεικτών ευημερίας, διότι η προσήλωση στο ΑΕΠ θέτει στο περιθώριο της κοινωνικής συνείδησης το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος της ανάπτυξης.
Σαν μοναδική απόδειξη για την καταλληλότητα του ΑΕΠ σαν δείκτη ευημερίας, οι υποστηρικτές της ανάπτυξης  χρησιμοποιούν τη συσχέτιση μεταξύ του προσδόκιμου χρόνου ζωής και του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Όσο σημαντική είναι αυτή η συσχέτιση, τόσο λίγο έχει να κάνει με την κριτική της ανάπτυξης. Κανείς δεν αρνείται ότι η οικονομική ανάπτυξη κατά το παρελθόν (χρονολογία κλειδί 1980) και σε λιγότερο πλούσιες χώρες (Κίνα) σχετίζεται με την αύξηση της ευημερίας των χαμηλότερων και μεσαίων τάξεων. Η αποανάπτυξη αρνείται όμως ότι αυτό μπορεί να συνεχιστεί στο διηνεκές, για πάντα.
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για αυτό, αναφέρουμε δυο:
 1) Πολυάριθμες μελέτες δείχνουν ότι η οριακή χρησιμότητα κάθε επιπλέον ευρώ στην αύξηση της ευημερίας, για παράδειγμα, μειώνεται σημαντικά, ενώ αντίθετα το κόστος της ανάπτυξης αυξάνεται. Από ένα ορισμένο επίπεδο εισοδήματος - και αυτό οι περισσότεροι άνθρωποι στις αναπτυγμένες χώρες το έχουν επιτύχει στη δεκαετία του 1980 - τελειώνει η ανάλογη σχέση μεταξύ ανάπτυξης και ευημερίας: από τότε και μετά,  παρά την οικονομική ανάπτυξη, η ικανοποίηση των ανθρώπων από τη ζωή όχι μόνο λιμνάζει, αλλά και μειώνεται (παράδοξο του Easterlin ονομάσθηκε αυτό, από το όνομα του καθηγητή που το παρατήρησε πρώτος στις έρευνές του για την ανθρώπινη ευτυχία). Και όμως η πυξίδα που καθοδηγούσε μέχρι τώρα τις πολιτικές των κυβερνήσεων των αναπτυγμένων χωρών, αλλά όχι μόνο, ήταν η οικονομική ανάπτυξη με κριτήριο μέτρησής της το ΑΕΠ. Αυτό καθόρισε τη λογική όχι μόνο του πολιτικού προσωπικού, αλλά ολόκληρων των κοινωνιών και των πολιτών-καταναλωτών. Όλοι παρακολουθούσαν με αγωνία τις προγνώσεις για την ανάπτυξη σε κάθε χώρα εσωτερικά, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα προγράμματα όλων των κομμάτων, ακόμα και αυτών που δεν πήραν ποτέ την εξουσία, ήταν και είναι ακόμα γεμάτα με προτάσεις για πολιτικές μεγαλύτερης κάθε φορά ανάπτυξης.
2) Ένας δεύτερος σημαντικός λόγος είναι η αυξανόμενη ανισότητα. Γιατί από την αύξηση των ΑΕΠ και των εισοδημάτων των τελευταίων 25 ετών – οι ιδεολόγοι της ανάπτυξης αδιαφοροποίητα γιόρτασαν αυτό σαν την «τεράστια επιτυχία της ανάπτυξης» - έχουν de facto μερικοί μόνο κερδίσει. Το πλουσιότερο 5% έχει οικειοποιηθεί το μισό από τα κέρδη αυτά των εισοδημάτων. Εν τω μεταξύ, 62 άτομα κατέχουν τόσα πολλά, όσα το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού.  Η όποια ισότητα ή το όποιο καλό κοινωνικό σύστημα δεν είναι φυσική απόρροια της οικονομικής ανάπτυξης, αλλά το αποτέλεσμα των κοινωνικών αγώνων και των διαδικασιών πολιτικής διαπραγμάτευσης.
Ανάπτυξη=Πρόοδος;
Η πρόοδος έχει ταυτιστεί παντού στον κόσμο με την αύξηση του ΑΕΠ. Είναι μια πλατιά διαδεδομένη άποψη αυτό. Αλλά πιθανά αυτή η προσκόλληση στην ανάπτυξη να είναι εμπόδιο για μια πραγματική πρόοδο , που είναι το πέρασμα σε έναν κοινωνικά δίκαιο  και οικολογικό κόσμο.
Όποιος εκθειάζει τα οφέλη της ανάπτυξης, παραπέμπει συνήθως σε πολύ φτωχότερες χώρες ή σε ένα παρελθόν με ξύλινες καλύβες. Αλλά η Κίνα για παράδειγμα, δεν είναι η Γερμανία. Εάν η ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών στην Κίνα βελτίωσε τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, αυτό δεν σημαίνει ότι το ίδιο έχει συμβεί στη Γερμανία, όπου το ίδιο διάστημα τα κέρδη του ιδιωτικού κεφαλαίου έχουν οκταπλασιασθεί, ενώ οι μισθοί παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο. Και δεν είναι σήμερα το 1800. Φυσικά, οι επικριτές της ανάπτυξης ξεκινούν από το τρέχον επίπεδο της ευημερίας και την σημερινή χρήση των πόρων και δεν θα ζητούσαν Αποανάπτυξη το 1800.
Οι ίδιοι οι υποστηρικτές της ανάπτυξης λένε ότι οι επικριτές της έχουν "μια στενή, μηχανιστικά και υλιστικά καθοδηγούμενη, έννοια της ανάπτυξης." Το αντίθετο συμβαίνει: οι αντίπαλοι της ανάπτυξης δεν είναι εγγενώς εναντίον της ανάπτυξης, αλλά διαφοροποιούνται μεταξύ του τι είναι επιθυμητό και τι πρέπει να αποδοκιμασθεί  από τα προτεινόμενα της ανάπτυξης. Για παράδειγμα, η διαφορά μεταξύ του συστήματος υγείας των ΗΠΑ και της Σουηδίας δεν μπορεί να εξηγηθεί από το επίπεδο των αντίστοιχων ΑΕΠ. Ίσως η  ιδέα της προόδου είναι μάλλον στενή μηχανιστικά και υλιστικά, για να υποβαθμίζεται και να ταυτίζεται με την αύξηση του ΑΕΠ.
Η ψευδαίσθηση της πράσινης ανάπτυξης
Αέναη ανάπτυξη δεν είναι δυνατή σε ένα πεπερασμένο πλανήτη. Διότι η ανάπτυξη βασίζεται πάντα στην ανθρώπινη εργασία και την κατανάλωση των περιορισμένων πόρων. Παρά το γεγονός ότι οι τεχνολογικές καινοτομίες, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η μετάβαση σε «κοινωνίες υπηρεσιών» έχουν οδηγήσει σε κάποια σχετική αποσύνδεση της υπερκατανάλωσης των πόρων με την ανάπτυξη, δεν έχει αλλάξει ριζικά τίποτα. Μέχρι τώρα, η ανάπτυξη πάει πάντα χέρι-χέρι με την αύξηση της κατανάλωσης των πόρων.
Αυτό ισχύει και για την Apple και τη Google, δύο από τις «μεγαλύτερες σε αξία εισηγμένες στα χρηματιστήρια εταιρείες στον κόσμο", που οι συμβατικοί και πράσινοι οικονομολόγοι θεωρούν σαν μη προβληματικές οικολογικά ("Εδώ δεν έχουμε απόβλητα και δε βρωμάει τίποτα»). Ακριβώς σε αυτά τα σκοτεινά σημεία εκείνων που λατρεύουν την ανάπτυξη είναι που στρέφει την προσοχή του το κίνημα της Αποανάπτυξης: διότι δεν ζούμε σε έναν κόσμο, όπου τα iPhone-Chips γίνονται από άμμο των παραλιών του Σαν Φρανσίσκο και επεξεργάζονται στη συνέχεια σε κινητά τηλέφωνα από καλά αμειβόμενους απασχολούμενους. Αντ 'αυτού, το επιχειρηματικό μοντέλο της Apple χρειάζεται σπάνιες γαίες, που η εξόρυξή τους συνοδεύεται από ερήμωση τοπίων και εκτοπισμό ανθρώπων. Οδηγεί στην υπερκατανάλωση ενέργειας των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ήδη σχεδόν στο ένα πέμπτο της συνολικής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας) και βασίζεται σε κακές συνθήκες εργασίας και υπερεκμετάλλευσης των εργαζομένων. Είναι ένα τέλειο παράδειγμα της ψευδαίσθησης μιας «πράσινης, ανεπτυγμένης οικονομίας", η οποία οποιοδήποτε απόβλητο το μετακινεί εκεί όπου επιδρά, ρυπαίνει ή μολύνει άλλους. Και στη συνέχεια προσποιείται ότι δεν βρωμάει.
Το κίνημα της Αποανάπτυξης δεν είναι εναντίον των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της πολιτικής της επάρκειας, αλλά επισημαίνει ότι σε έναν κόσμο με αυξανόμενη οικονομική ανάπτυξη αυτές οι στρατηγικές προσήλωσης στην τεχνολογία δεν αρκούν. Ειδικά όταν θα πρέπει να καταστεί δυνατό ένα παρόμοιο βιοτικό επίπεδο για όλους τους ανθρώπους, χωρίς να καταστρέψουμε τον πλανήτη.
Εδώ αρχίζει η Παγκόσμια Δικαιοσύνη
Οι επικριτές της ανάπτυξης δεν είναι ενάντια σε μια ανοικτή κοινωνία, όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Αντιθέτως: Πρόκειται για τον περιορισμό της διακίνησης των κεφαλαίων και εμπορευματικών ροών (βλέπε π.χ. στόχο της ΤΤΙΡ) και την επέκταση της ελεύθερης κυκλοφορίας των ανθρώπων.
Είναι ακριβώς οι συνέπειες της αδίστακτης καπιταλιστικής οικονομίας ανάπτυξης, που αναγκάζουν πολλούς ανθρώπους σε φυγή και μετανάστευση. Όπως λέγεται συχνά από φυγάδες: Είμαστε εδώ γιατί εσείς καταστρέφετε τις χώρες μας. Και όχι μόνο με τα όπλα (που και αυτά εσείς εξάγετε). Αλλά και με τις συνέπειες του μοντέλου της «ευημερίας της παγκόσμιας τάξης των καταναλωτών». Είναι ακριβώς και αποκλειστικά αυτή η λογική της ανάπτυξης - θα αυξήσουμε την ευημερία μας, ακόμη και εις βάρος των άλλων, αρκεί τα αμπάρια μας να είναι γεμάτα – που στήνει φράχτες και κτίζει τα τείχη γύρω από το φρούριο της Ευρώπης, όταν χρειάζεται. Και αυτό πρέπει να ξεπεραστεί.
Η Αποανάπτυξη δεν είναι στέρηση και οπισθοδρόμηση
Η Από-ανάπτυξη είναι μια πρόκληση, μια προβοκάτσια, αν το θέλετε, στον όρο ανάπτυξη. Ακριβώς όπως η συμβολική εικόνα του σαλιγκαριού που χρησιμοποιεί συχνά το κίνημα, και που «σέρνεται» σιγά-σιγά και υπομονετικά στο έδαφος και ανάλογα με τις δυσκολίες του καθορίζει με τις κεραίες την πορεία του . Είναι μια πρόκληση κατά της κοινωνικής τάξης στην οποία όλοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους, στην οποία όλοι στρέφουν τις επιδιώξεις τους προς την κατεύθυνση των συνθημάτων: ψηλότερα, γρηγορότερα, παραπέρα! Ανεξάρτητα αν αυτές ακριβώς οι επιδιώξεις καταστρέφουν τις ίδιες τις βάσεις της ύπαρξής μας.
Οι υπέρμαχοι της ανάπτυξης κατηγορούν το κίνημα ότι καθορίζεται από τη λογική της στέρησης και της λιτότητας και ότι παλεύει ενάντια στην ίδια την ανθρώπινη φύση ως εχθρό του. Για την Αποανάπτυξη είναι ακριβώς αυτό το σημαντικό: να αμφισβητηθεί αυτή η κοσμοθεωρία, ότι τάχα η «ανθρώπινη φύση» ταυτίζεται με του homo economicus, ο οποίος προσπαθεί ατομικά να μεγιστοποιήσει τα οφέλη του. Το αντίθετο: οι άνθρωποι είναι σχεσιακά όντα, που οδηγούνται από πολύπλοκα κίνητρα. Και το κίνημα της Αποανάπτυξης το ενδιαφέρει πρωτίστως να διερευνήσει και να ολοκληρώσει τις μορφές εκείνες των διανθρώπινων σχέσεων που δεν ακολουθούν την εγωιστική, ωφελιμιστική και χρηστική λογική.
Αλλά Αποανάπτυξη είναι επίσης μια πρόταση. Όχι για την ατομική στέρηση και θυσία, αλλά για ένα μετασχηματισμό των πλουσιότερων κοινωνιών προς δομές που δεν βασίζονται στην αέναη και μόνιμη μεγέθυνση, αλλά στην επάρκεια. Δεν ταυτίζεται με τις προτάσεις της «λιτανάπτυξης» που κάνουν κάποιοι πολιτικοί και οικονομολόγοι της δεξιάς και της αριστεράς- εντωμεταξύ( «λιτανάπτυξη»: ο όρος που χρησιμοποίησε η Κριστίν Λαγκάρντ του ΔΝΤ, για το ξεπέρασμα της κρίσης μέσα από τη λιτότητα-για τους πολλούς- και της ανάπτυξης –για τους λίγους).  Η Αποανάπτυξη αντιπροσωπεύει ένα απελευθερωτικό, χωρίς κυριαρχία και χωρίς αποκλεισμούς μέλλον.

H Eργασία και η Oικονομία Aποανάπτυξης

Περιληπτικά: 
Σε αυτήν, οι περισσότεροι από μας μελλοντικά, θα χρειαζόμαστε μόνο 20 ώρες τη βδομάδα να δουλεύουμε για το μεροκάματο, όσο θα υπάρχει ακόμα τοπική αγορά εργασίας. Τον υπόλοιπο χρόνο θα τον χρησιμοποιούμε για να καλλιεργούμε λαχανικά, από κοινού με άλλους, να επιδιορθώνουμε ποδήλατα ή να φροντίζουμε άλλα αδύνατα μέλη των διευρυμένων οικογενειών-κοινοτήτων μας. Το μέλλον της εργασίας σε μια μετα-αναπτυξιακή κοινωνία θα είναι εξασφαλισμένο και ευχάριστο.
Γιατί τότε η οικονομία θα σταματήσει να αναπτύσσεται όπως σήμερα: «κυρίαρχος δε θα είναι όποιος έχει τα πολλά,  αλλά όποιος χρειάζεται τα λιγότερα». Από τώρα ήδη χρειαζόμαστε αγαθά που θα κατασκευάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε όχι μόνο οι ειδικοί, αλλά και οι χρήστες τους να είναι σε θέση να τα επισκευάζουν όταν θα χρειασθεί.

20 ώρες αμειβόμενη εργασία θα μπορούσε να είναι αρκετή

Πώς θέλουμε να ζούμε και να εργαζόμαστε στο μέλλον; Με αυτό το ερώτημα ασχολούνται αρκετοί οικονομολόγοι στα σημερινά πανεπιστήμια, δοκιμάζοντας διάφορα μοντέλα εργασίας. Ένα από αυτά προτείνει: «λιγότερη αμειβόμενη εργασία και αντί αυτής περισσότερη συλλογική». 20 ώρες αμειβόμενης εργασίας θα είναι αρκετές για την ικανοποίηση των αναγκών, ενώ θα μένει περισσότερος χρόνος ώστε από κοινού με άλλους να δημιουργούμε κάτι έξω από την αγορά, για αυτοκατανάλωση ή ανταλλαγή. Έναν λαχανόκηπο, ένα εργαστήριο επισκευών αντικειμένων του νοικοκυριού ή τη συλλογική φροντίδα των αδύναμων μελών ή των παιδιών. Τέτοιες εργασίες θα εκτιμηθούν πολύ στα πλαίσια της κοινωνίας αποανάπτυξης και κοινοτισμού και θα διασφαλίζουν την ικανοποίηση των αναγκών που έχουμε σαν κοινωνικά-κοινοτικά όντα, αλλά και θα παράγουν λιγότερα απόβλητα ενώ ταυτόχρονα βάζουν τις βάσεις για  μια συνολικά ευτυχέστερη κοινωνία

​Απελευθέρωση με εγκράτεια ή παραίτηση με στέρηση;

Η λέξη-κλειδί είναι «επάρκεια». Η επάρκεια είναι συνώνυμη με την εξασφάλιση των απαραίτητων βιοτικών αγαθών (μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και τον νεολογισμό «αρκετότητα» ή την πληρότητα), με την επιβράδυνση στους ρυθμούς, με την εκκαθάριση των περισσευμάτων και των αχρείαστων, με την  απελευθέρωση από τον καταναγκασμό της αφθονίας. Ο στόχος δεν είναι η παραίτηση ή η στέρηση, αλλά μάλλον να κάνουμε αναπροσαρμογή και να βάλουμε σε διαφορετική σειρά και προτεραιότητα τα κίνητρα και τους στόχους που θέτουμε στους εαυτούς μας και να απορρίψουμε τα «πρέπει» που δεν μπορούμε πλέον να φέρουμε σε πέρας. Να απορρίψουμε την υπερκατανάλωση και να βάλουμε μπροστά την εγκράτεια και την επάρκεια, ζώντας με αντίστοιχο τρόπο, να πούμε απαραίτητα αντίο στην έννοια της ανάπτυξης και της μεγέθυνσης!

Tι είναι τα «Kοινά» αγαθά(Commons);

Πως μπορούμε να  εξηγήσουμε την έννοια των «Κοινών» (Commons) αγαθών και να τη διακρίνουμε από την έννοια  των ιδιωτικών και δημόσιων-κρατικών αγαθών. Να αντιληφθούμε ότι τα «Κοινά» δεν είναι απλά εκεί από μόνα τους, αλλά πρέπει να δημιουργηθούν στην ουσία σαν τέτοια, από τις κοινότητες των ανθρώπων και οι οποίες θα πρέπει ταυτόχρονα να τα υπερασπισθούν. Να καταλάβουμε ιδιαίτερα ότι το «Κοινό» αγαθό της γνώσης είναι μια σύγχρονη μορφή των «Κοινών».
Βάλτε στον εαυτό σας τα ερωτήματα:

  •  Τι έχει να κάνει με τα Κοινά αγαθά, μια αγελάδα, ένας μύκητας ή η γνώση;
  • Πώς διαφέρουν, σύμφωνα με την θεωρία της κλασικής οικονομικής επιστήμης,  τα κοινά αγαθά από τα ιδιωτικά ή δημόσια αγαθά;
  • Για ποιο σκοπό οι άνθρωποι χρειάζονται τα κοινά αγαθά; Ποια τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που έχουν;
  • Τι μπορεί να είναι ο ανοιχτός κώδικας; Ποια παραδείγματα και τομείς εφαρμογών ελεύθερου λογισμικού υπάρχουν;
  • Η ιδέα της συλλογικής κοινής γνώσης συμπίπτει με την έννοια των πνευματικών δικαιωμάτων και σε ποιο βαθμό έρχονται σε αντίθεση.
Για την επεξεργασία των πιο πάνω σημείων μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε παραδείγματα σαν τα παρακάτω:
Κάποιος αγοράζει ένα καρβέλι ψωμί και το τρώει. Κάποιος συλλέγει μανιτάρια από το δάσος και τα τρώει. Με την πρώτη ματιά, φαίνονται σαν δύο παρόμοιες πράξεις. Διαφέρουν όμως σε ένα σημαντικό σημείο.
Το ψωμί είναι ένα τυπικό παράδειγμα του πως κάτι χρησιμοποιείται ως ιδιωτικό αγαθό. Οι οικονομολόγοι λένε ότι τα ιδιωτικά αγαθά χαρακτηρίζονται από δύο πράγματα: α) κάποιος μπορεί να αποκλειστεί με απλά μέσα από τη χρήση τους (π.χ. με την υψηλή τιμή του ψωμιού, ή το "κλείδωμα στην ψωμιέρα» ή κάτι παρόμοιο) και β) οι χρήστες ανταγωνίζονται για το σπάνιο πόρο ( τρώγοντάς το εξαφανίζεται το ψωμί, υπάρχει για το άτομο λιγότερο ψωμί, αν αυτό μοιρασθεί).
Είναι διαφορετικά με τα πράγματα που οι οικονομολόγοι αποκαλούν δημόσια αγαθά(παράδειγμα: το φως του ήλιου). Με την πρώτη ματιά εδώ φαίνεται ωσάν η χρήση από τον καταναλωτή 1 να μην επηρεάζει τη χρήση από τον καταναλωτή 2. Το φως του ήλιου δεν γίνεται λιγότερο όταν το μοιραζόμαστε. Ή μήπως δεν είναι έτσι; Να ήμαστε προσεκτικοί! Αν κατασκευάζουμε τα σπίτια μας μέχρι επάνω στον ουρανό, δεν θα πέφτουν οι ηλιαχτίδες κάτω στο έδαφος. Οι άνθρωποι που κατοικούν στα χαμηλότερα πατώματα και σε στενές πίσω αυλές, ξέρουν ότι είναι δυνατό να υπάρχει κατεξοχήν ανταγωνισμός για το φως του ήλιου.
Στο παράδειγμα των άγριων μανιταριών αυτά τα χαρακτηριστικά αναμειγνύονται, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία: οι συλλέκτες δεν μπορεί εύκολα να εμποδίζονται από τη συλλογή (≈ κανένας αποκλεισμός / δημόσιο αγαθό), αλλά ο αριθμός των μανιταριών είναι περιορισμένος, έτσι οι συλλέκτες ανταγωνίζονται για τη χρήση (≈ ιδιωτικό αγαθό).
Οι οικονομολόγοι έχουν υιοθετήσει κάποια κριτήρια για να χαρακτηρίζουν τα αγαθά. Αυτά τα κριτήρια – π.χ. η δυνατότητα αποκλεισμού ή  η αντιπαλότητα - περιγράφονται ως ιδιότητες των αγαθών. Αλλά αυτό είναι παραπλανητικό. Στην πράξη, διαπιστώνει κανείς ότι οι υποτιθέμενες ιδιότητες αλλάζουν συνεχώς. Υπάρχει βέβαια μια διαφορά μεταξύ του ψωμιού και του ηλιακού φωτός στο μοίρασμα (αντιπαλότητα), αλλά η εξαίρεση κάποιου από την πρόσβαση και τη χρήση, είναι πολιτικά, νομικά, πολιτιστικά και τεχνικά καθορισμένη. Η αναφορά συγκεκριμένων παραδειγμάτων που να αντιστοιχούν στα Κριτήρια αποκλεισμού και αντιπαλότητας μπορεί να είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Έτσι, θα μπορούσε να ωριμάσει η αντίληψη ότι τα αγαθά δεν είναι ιδιωτικά, δημόσια ή κοινοτικά, αλλά ότι καθορίζονται ως τέτοια .
Δεν πρόκειται για τα αγαθά. Έχει να κάνει με εμάς. Για αυτό, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη σημασία στο ερώτημα: ποιος κάνει τι, με τι το κάνει και για ποιο σκοπό; Το παράδειγμα των μανιταριών δεν είναι και τόσο σαφές. Τα μανιτάρια είναι πράγματι σε μια σαιζόν σε περιορισμένο αριθμό, αλλά δεν βρίσκονται σε κατάσταση σπάνης. Πάντα μεγαλώνουν ξανά και ξανά και θα ήταν σε αφθονία στο κατάλληλο μέρος, αν τα αφήναμε χώρο για να αναπτυχθούν, αντί να τον εποικίζουμε εμείς οι άνθρωποι. Τα άγρια μανιτάρια του δάσους δεν έχουν καμία τιμή - τουλάχιστον στο δάσος. Η κοινωνία μας το έχει συμφωνήσει και το καθόρισε έτσι είτε εθιμοτυπικά, είτε με νόμο. Θέλουμε τα μανιτάρια σαν κοινοτικό αγαθό, να ανήκουν στα κοινά.
Η συμβατική οικονομική επιστήμη διδάσκει ότι οι άνθρωποι αναζητούν πάντα να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη τους (homo economicus). Αυτό το ονομάζει ορθολογισμό. Ωστόσο, ο ορθολογισμός έχει δύο σημασίες: αντίληψη και λογική. Αντίληψη έχει κάποιος που καταλαβαίνει ότι αν ξεριζώσει όσο το δυνατόν περισσότερα  μανιτάρια, πουλώντας τα, θα κερδίσει. Για να αποφευχθεί η εξαφάνισή τους, υπάρχουν προτάσεις για υποχρεωτική αποζημίωση από τους συλλέκτες μανιταριών. Αυτό θα περιόριζε τη συγκομιδή. Αλλά τότε απειλείται ο χαρακτηρισμός τους ως κοινό αγαθό. Πολλοί άνθρωποι ενεργούν όμως όχι μόνο με αντίληψη, αλλά και λογική. Με αντίληψη βλέπει τα πράγματα απομονωμένα, με λογική σε συνδυασμό. Και είναι λογικό να προστατεύουμε τα δάση και το έδαφος, να τηρούμε κανόνες για τη συγκομιδή και να μη συλλέγουμε περισσότερα μανιτάρια από ότι μπορούμε να φάμε, γιατί θα χαλάσουν. Έτσι μπορούν να πολλαπλασιάζονται σαν κοινό καλό: μακροπρόθεσμη χρήση από πολλούς, και όχι βραχυπρόθεσμη μεγιστοποίηση του κέρδους για τους λίγους.
Αλλά αν όλο και περισσότερες περιοχές εποικίζονται από τους ανθρώπους, τότε τα μανιτάρια μπορούν να αναπτυχθούν τελικά μόνο σε θερμοκήπια. Τότε μπορούμε να τα εξασφαλίσουμε μόνο αν έχουμε χρήματα. Σε αυτή την περίπτωση τα μανιτάρια παράγονται ως ιδιωτικά αγαθά. Στην επιστήμη αυτή η διαδικασία, χαρακτηρίζεται ως περίφραξη των Κοινών (περιορισμός των κοινών).
Ταξινόμηση των αγαθών σύμφωνα με την κλασική οικονομία:

                                                   Χωρίς ανταγωνισμό κατανάλωση   Κατανάλωση με ανταγωνισμό

Χωρίς αποκλεισμό                Δημόσιο αγαθό: φως του ήλιου      Κοινοτικό αγαθό: μανιτάρια

Με αποκλεισμό                         Λεσχιακό αγαθό:  Pay-TV                     Ιδιωτικό αγαθό: ψωμί


Βάλτε στον παραπάνω πίνακα άλλα παραδείγματα, όπως: υπόγειο νερό, εμφιαλωμένο νερό, αγρός, παραλία, κώδικας λογισμικού, μουσικό αρχείο κ.λπ. Τι διαπιστώνετε;
Για να μην εξαφανισθούν τα μανιτάρια, για να υπάρχει για όλους ψωμί, και για να μη πρέπει κανείς να ανησυχεί και να θυμώνει για το ότι πράγματα που δεν σπανίζουν καθόλου (γνώση, λογισμικό, φως του ήλιου), γίνονται ακριβώς σπάνια, χρειάζεται ένα κοινωνικό συμβόλαιο (κανόνες χρήσης), το οποίο κάνει δυνατή μια κοινή, δίκαιη και βιώσιμη χρήση. Τα κοινά αγαθά προκύπτουν μόνο αν έχουμε τη κοινωνική θέληση για αυτά!
Η επαπειλούμενη υπερ-χρήση των πραγμάτων που όλοι χρειαζόμαστε για να ζούμε, ονομάζεται- ακριβώς για να προκαλέσει εντύπωση- τραγωδία των κοινών(παραδείγματα: υπέρ-αλίευση, κάθοδος του υδροφόρου ορίζοντα). Η επαπειλούμενη υπό-χρήση των πραγμάτων που υπάρχουν, αλλά δεν επιτρέπεται να γίνεται κοινή τους χρήση (για παράδειγμα, λόγω κυριότητας ή μη απελευθέρωσης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας) χαρακτηρίζεται, ως τραγωδία των αντι-κοινών(Παραδείγματα: ακατοίκητα κτίρια λόγω κερδοσκοπίας, κινηματογραφικά αρχεία).
Ορισμένοι οικονομολόγοι, λόγω της απειλής της υπερεκμετάλλευσης, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι θα είναι καλύτερα, εν δυνάμει κοινά αγαθά να μετατρέπονται, εάν είναι δυνατόν, σε ιδιωτικά αγαθά (δηλαδή: φράχτης γύρω από το δάσος και τιμολόγηση ανά κιλό των μανιταριών που μαζεύτηκαν). Η απειλή υπό-κατανάλωσης (για παράδειγμα, με μέτρα προστασίας κατά της αντιγραφής-copy, download) είναι μάλλον σπανιότερο ζήτημα. Αν και με την αντιγραφή παραμένουν τα πράγματα στους ανθρώπους που τα έχουν και δεν μπορούν να αφαιρεθούν από κανέναν. Αν κάποιος "παίρνει" μια ιδέα από κάποιον άλλο ή αντιγράψει ένα τραγούδι του, ο άλλος το έχει ακόμα, με μια έννοια αυτό δεν είναι κλεψιά!
Άλλοι επιστήμονες προτείνουν να βασιζόμαστε σε κανόνες χρήσης που λειτουργούν καλά. Αυτούς τους κανόνες θα πρέπει να τους προσδιορίζουν οι ίδιοι οι χρήστες. Παραδείγματα φυσικών πόρων που μπορούμε να χρησιμοποιούμε ως Κοινά, είναι τα αλιεύματα κυρίως τα υπεράκτια, οι εσωτερικοί πλωτοί οδοί, πάρκα, σιντριβάνια, πεζόδρομοι, ραδιο-τηλε-συχνότητες ή πληροφοριακοί λεωφόροι και Διαδίκτυο. Πάντα μπορούν να βρεθούν συμφωνίες για τη χρήση τους από τις κοινότητες των ανθρώπων. Ωστόσο, φαίνεται επίσης ότι οι σαφείς κανόνες χρήσης δεν εμποδίζουν πάντα την υπερεκμετάλλευσή τους.  Ακριβώς έτσι, όπως και η ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πλούτου δεν εμπόδισε την κατάχρηση των βάσεων της ζωής μας.
Το 2009 απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ οικονομίας στη- πρώτη μάλιστα γυναίκα επιστήμονα- Elinor Ostrom για το έργο της ζωής της, που αφιερώθηκε κυρίως στην οργάνωση των Κοινών. Οι έρευνές της δείχνουν ότι επιτυχημένοι κανόνες χρήσης θα πρέπει να ακολουθούν ορισμένες αρχές, μεταξύ των οποίων:

  • αποκεντρωμένη οργάνωση των κοινών από τους χρήστες σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση
  • σχεδιασμός μια καθαρής διαχωριστικής γραμμής μεταξύ δικαιούχων/μη δικαιούχων χρηστών
  • βαθμιαίες κυρώσεις στους παραβάτες των κανόνων
  • συνεχής παρακολούθηση της κατάστασης των πόρων και των μορφών χρήσης από τους ίδιους τους χρήστες ή από πρόσωπα που έχουν καταστήσει αυτοί σαν υπεύθυνα.
  • γρήγορη, φθηνή και τοπικά διαθέσιμη διαδικασία επίλυσης συγκρούσεωνμεταξύ των χρηστών και μεταξύ των χρηστών- Διοίκησης.

Τα Κοινά είναι τόσο παλιά όσο και η ανθρωπότητα και τόσο σύγχρονα όσο το Διαδίκτυο. Δεν είναι ένα ιστορικά ξεπερασμένο φαινόμενο, αλλά τα βρίσκουμε μπροστά μας σε όλο τον κόσμο. Εναπόκειται στους ανθρώπους να τα διατηρήσουν και να βρίσκουν κατάλληλες μορφές διαχείρισης, ώστε ξανά και ξανά να παράγονται νέα Κοινά.
 Μια από τις σημερινές τους μορφές είναι το Διαδίκτυο. Οι δυνατότητες να αναπτύξουμε μέσω του δικτύου τις γνώσεις μας, να τις μοιρασθούμε και να τις διαδώσουμε, είναι ατελείωτες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η γνώση-διαφορετικά από ότι το νερό ή τη γη- δεν μπορεί να υφίσταται υπέρ-χρήση. «Η γνώση είναι σαν ένα κερί: Εάν ένα κερί ανάψει το επόμενο κερί, δεν μειώνεται η φωτεινότητά του", έλεγε ο Τόμας Τζέφερσον, ο τρίτος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τους αγώνες ανεξαρτησίας. Όταν χρησιμοποιούμε το Διαδίκτυο για την παραγωγή γνώσης, συμβάλλουμε στον εμπλουτισμό της κοινής μας γνώσης. Και αντλούμε από αυτή την κοινή γνώση, αν θέλουμε να μάθουμε κάτι. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι στο Διαδίκτυο παράγουν, από κοινού, γνώση κοινή για όλους(ομότιμη παραγωγή έχει ονομασθεί αυτό). Υπάρχουν και πολλοί άλλοι λόγοι. Δεν το κάνουν πρώτιστα για να κερδίζουν χρήματα. Το γεγονός ότι το Διαδίκτυο απογειώνεται χωρίς την αγορά, αλλά η αγορά δεν μπορεί να κάνει χωρίς το Διαδίκτυο, έρχεται σε αντίθεση με ορισμένα συμφέροντα. Για αυτό και επανειλημμένα προσπαθούν να περιορίσουν τη δημιουργία μέσα από την πληρότητα και τον πλούτο της γνώσης. Έτσι εμποδίζεται η δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί κάτι, το οποίο είναι στην πραγματικότητα άφθονο (εμπόδια πληρωμών, απαγόρευση αντιγράφων, καταγγελίες-μηνύσεις του μοιράσματος αρχείων -fileshare). Και το κράτος επίσης μπορεί να έχει ένα ενδιαφέρον για την "υπό-αξιοποίηση» του Διαδικτύου(π.χ. τα φίλτρα στο Internet που βάζουν αυταρχικά- απολυταρχικά κράτη).
Η βασική ιδέα των γνωστικών Κοινών  έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούν να έχουν ιδιοκτησία στη γνώση. Τα πνευματικά δικαιώματα όμως προέρχονται ακριβώς από αυτή την ιδέα. Ρυθμίζουν το καθεστώς με το οποίο το κάθε πνευματικό έργο είναι στη διάθεση μόνο του δημιουργού του, του πνευματικού του πατέρα. Αναγνωρίζουν όχι μόνο την πατρότητα του έργου του (ηθικό δικαίωμα), αλλά και του δίνουν το αποκλειστικό δικαίωμα της εκμετάλλευσής του  (δικαιώματα εκμετάλλευσης). Ο πνευματικός πατέρας(συγγραφέας, συνθέτης κ.λπ.) μπορεί να διαχειρισθεί το δικαίωμα της εκμετάλλευσης ο ίδιος ή να το παραχωρήσει σε άλλους δικαιούχους διαχειριστές(εκδότες, εταιρείες διαχείρισης, κλπ). Το Copyright μετατρέπει έτσι τις γνώσεις και τις ιδέες σε ένα ιδιωτικό αγαθό. Το επιχείρημα είναι ότι αυτό δημιουργεί κίνητρα για την παραγωγή πνευματικών αξιών, αφού αυτές είναι κερδοφόρα αξιοποιήσιμες. Αυτή η αξιοποίηση του έργου που φέρνει κέρδος στον δημιουργό του, οφείλεται στον περιορισμό πρόσβασης που θέτει ο νόμος των πνευματικών δικαιωμάτων  στους άλλους. Το παράδειγμα του Διαδικτύου δείχνει ότι αυτά τα κίνητρα δεν είναι πάντα απαραίτητα.
Μια άλλη σκέψη ακολουθεί το κίνημα του κοινοτισμού και της αποανάπτυξης σήμερα. Η ανθρώπινη γνώση θεωρείται σαν Πολιτιστική Παγκόσμια Κληρονομιά και έχει αναπτυχθεί από κοινού. Ειδικότερα, το κίνημα του ελεύθερου λογισμικού και η οργάνωση Creative Commons έχουν πρωτοπορήσει. Έχουν αναπτύξει ελεύθερες και ανοιχτές άδειες. Αυτές οι άδειες διαμορφώνονται μεν πάνω στην πνευματική ιδιοκτησία, αλλά δεν περιορίζουν την πρόσβαση σε άλλους ή την περιορίζουν λιγότερο. Μπορεί να είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας, μέσω της εύκολης πρόσβασης στη γνώση και με μια ευρεία γενική εκπαίδευση, να αυξηθεί το κοινωνικό αναπτυξιακό δυναμικό της. Το κοινοτικό κίνημα προωθεί τη συλλογική παραγωγή της γνώσης και υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αρθούν τα τεχνητά και από τη λογική της αξιοποίησης κατευθυνόμενα εμπόδια στη γνώση και τον πολιτισμό. Οι δημιουργοί διατηρούν βέβαια τα προσωπικά ηθικά δικαιώματά τους. Μπορούν να αποφασίζουν μόνοι τους ποια δικαιώματα διαθέτουν ελεύθερα και ποια όχι. Με τις ελεύθερες πατέντες- άδειες, όπως η General Public Licence (GPL) ή τις έξι Creative Commons-licence, έχουμε σαφείς κανόνες για τη χρήση κειμένων, λογισμικών κωδίκων, μουσικής κ.ά. Αυτά τα περιεχόμενα γίνονται με αυτόν τον τρόπο κοινή ιδιοκτησία και διαθέσιμα χωρίς χρέωση- για παράδειγμα η Wikipedia ή οι υπηρεσίες κοινής πύλης για τα σχολεία. Αντί να είναι ιδιωτικό αγαθό, η γνώση μετατρέπεται έτσι σε κοινοτικό αγαθό, για από κοινού χρήση. Γίνεται κοινή ιδιοκτησία.
Τι είναι αυτό που κινητοποιεί τους ανθρώπους να παράγουν γνώση και πολιτισμό και να συμβάλουν στην Wikipedia, αν δεν είναι το χρήμα; Το ερώτημα χρήζει παραπέρα διερεύνησης και θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε αυτή την ιστοσελίδα!
Καλείσθε να εκφράσετε τις απόψεις σας!!!

Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

Αποανάπτυξη και Κοινοτισμός, μαζί για έναν μετακαπιταλιστικό κόσμο

Αν Αποανάπτυξη σημαίνει ότι εμείς οι άνθρωποι πρέπει να απελευθερωθούμε από τα δεσμά του αναπτυξιακού εξαναγκασμού που μας θέτει η κυρίαρχη σήμερα –και στη δεξιά και στην «κυβερνώσα» αριστερά-ιδεολογία της«ανάπτυξης»,  τότε θα πρέπει να βάλουμε στον εαυτό μας τα ακόλουθα ερωτήματα: Από ποια ανάπτυξη πρέπει να απαλλαγούμε; Τι χρειαζόμαστε περισσότερο; Πώς θα μπορούσε αυτό να λειτουργήσει; Ποιος τάσσεται υπέρ;
 Σε αυτά τα ερωτήματα, από ότι φαίνεται, δίνουν ουσιαστικές απαντήσεις –σε υψηλό βαθμό αμοιβαία- το πιο κριτικό και προοδευτικό τμήμα του κινήματος της Αποανάπτυξης με το αντι-καπιταλιστικό τμήμα του κινήματος  των Κοινών. Και τα δύο τα ενδιαφέρει το σπάσιμο των παλιών προτύπων, τα οποία βασίζονται στη λογική του παρόντος κοινωνικού συστήματος και επηρεάζουν μέχρι τις ατομικές δράσεις και σκέψεις. Στους κύκλους της Αποανάπτυξης καταγγέλλονται οι εξαναγκασμοί της ανάπτυξης. Το κίνημα των Κοινών επικρίνει τους εξαναγκασμούς εκμετάλλευσης της σημερινής κοινωνίας. Ότι και τα δύο είναι όψεις του ίδιου νομίσματος, είναι προφανές.
Επειδή η Αποανάπτυξη διαμορφώθηκε ως επικριτικό αντίθετο της ανάπτυξης κίνημα, αρχικά δεν έτυχε το εναλλακτικό του πρόταγμα της αντίστοιχης προσοχής από τους πολίτες. Αντίθετα με τον Κοινοτισμό και τα Κοινά είναι πιο εύκολο να μπει στο φαντασιακό των ανθρώπων ένας κόσμος, στον οποίο οι συνθήκες ζωής μας θα παράγονται και αναπαράγονται σε μη-καπιταλιστικού τύπου κοινωνικοοικονομικές σχέσεις, πέρα από τους εξαναγκασμούς της ανάπτυξης. Με αυτή την έννοια ηΚοινοτικοποίηση θεωρείται πολύ συχνά ως αναπόσπαστο μέρος στη διαμόρφωση μιας κοινωνίαςμετα-ανάπτυξης. Ειδικά οι συχνά, στο πλαίσιο της Αποανάπτυξης, διατυπωμένες εκτιμήσεις για την ευζωία( Buen Vivir = καλή ζωή ) έχουν αξιοσημείωτες ομοιότητες με τις προσεγγίσεις και αρχές των Commons( Κοινών).
Υπάρχουν βέβαια και διαφορές. Η Αποανάπτυξη επικεντρώνεται περισσότερο στην ανθεκτικότητα και την επάρκεια. Στην Κοινοτικοποίηση και τα Κοινά αυτά ενσωματώνονται στη συζήτηση για την έννοια τωνοικολογικών ορίων της Γης. Τμήματα του κινήματος της Αποανάπτυξης δεν αντιμετωπίζουν και τόσο κριτικάτην καπιταλιστική λογική δημιουργίας αξιών, καθώς επίσης εστιάζουν πάρα πολύ στους μηχανισμούς ελέγχου από το κράτος, πράγματα τα οποία εστιάζει διαφορετικά το πιο προωθημένο κομμάτι του Κοινοτισμού. Κατά κάποιον τρόπο, εδώ πρόκειται τόσο για μια διαφορετική εστίαση των προβλημάτων, όσο και για μια διαφορετική προσέγγιση όσον αφορά το ζήτημα της στρατηγικής μετασχηματισμού.
 Μαθαίνοντας το ένα Κίνημα από τον άλλο
Ένας τομέας στον οποίο το κίνημα του Κοινοτισμού μπορεί να μάθει από το κίνημα της Αποανάπτυξης, είναι οι οικολογικοί κύκλοι σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια ανταλλαγή απόψεων είναι γόνιμη σε αυτό το σημείο και θα μπορούσε να προστατεύσει τον Κοινοτισμό από άκαιρη αισιοδοξία, καθώς και από μη ρεαλιστικά σενάρια.
Από την άλλη πλευρά, το κίνημα της Αποανάπτυξης θα μπορούσε να εμπνευσθεί από την προοπτική του Κοινοτισμού. Στην Αποανάπτυξη, σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για σχετικά αφηρημένες αναφορές στις εκπομπές CO2, στην οικονομική ανάπτυξη ή την κατανάλωση πρώτων υλών και πόρων, από τις οποίες προκύπτουν κριτική στον καταναλωτισμό και αιτήματα παραίτησης από αυτόν, για τον παγκόσμιο Βορρά. Από την προοπτική του Κοινοτισμού μπαίνουν πιο έντονα στο προσκήνιο αναγκαιότητεςδιαρθρωτικών- συστημικών αλλαγών. Επικρίνεται η κατανάλωση που δεν έχει στόχο την ικανοποίηση των αναγκών, αλλά το κοινωνικό Status ή την παραγωγή προστιθέμενης αξίας, και γενικά θεωρείται ότι μπορεί να επιτευχθεί μια πλήρης, ευχάριστη ζωή για όλους. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρόκειται κατά κύριο λόγο για ατομικές θυσίες, αλλά για το ερώτημα- υπό την προϋπόθεση της συλλογικής αυτο-έκφρασης όλων- σχετικά με το ποιος, τι, πώς και γιατί παράγει και κάνει χρήση χωρίς επανάχρηση.
Επίσης, ως μακροπρόθεσμο όραμα των Κοινοτήτων προτείνεται μια κοινωνία απελευθερωμένη από την ανταλλαγή σαν τρόπο κοινωνικής διαμεσολάβησης και ταυτόχρονα μια θεμελιωδώς κριτική στάση απέναντι σε κρατικές δομές- όχι μόνο επειδή η αγορά και το κράτος γίνονται σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνοι για μια ποικιλία περιορισμών και περιφράξεων, αλλά και για το λόγο επίσης ότι οι κοινότητες δεν μπορούν να λειτουργήσουν κεντρικοποιημένα, από τα πάνω. Αυτή είναι επίσης μια ουσιαστική διαφορά του κινήματος του  Κοινοτισμού απέναντι στον μαρξιστικής-κρατικοκεντρικής κατεύθυνσης κομμουνισμό. Η τοποθέτηση του Κοινοτισμού έξω από την αγορά και το κράτος υποδεικνύει σαφώς ότι οι κοινοτιστές ακτιβιστές θέλουν να σπάσουν τους δεσμούς τόσο με τα αξιώματα της αγοράς όσο και με τα δόγματα του εθνικού κράτους. Η κανονιστική βάση για αυτό είναι ηαπόρριψη όλων των μορφών κυριαρχίας. Μια μεγαλύτερη εστίαση στις συζητήσεις κριτικής του κράτους και της αγοράς σαν κρίσιμους φορείς και παράγοντες του καθορισμού του κοινωνικού σχηματισμού, θα μπορούσε να εμπλουτίσει το κίνημα της Αποανάπτυξης και να βοηθήσει να κάνει ορατά τα διαρθρωτικά-συστημικά εμπόδια για την κοινωνία της μετα-ανάπτυξης.
Τεχνολογία; Ναι, αλλά πως;
Η βαθιά κριτική στην τεχνολογία από το πρόταγμα της Αποανάπτυξης, εφαρμόζεται εποικοδομητικά από τους σύγχρονους κύκλους του κοινοτισμού, όταν βάζουν ερωτήματα του τύπου: Ποια πτυχή της τεχνολογίαςαντιστοιχεί στις ανθρώπινες ανάγκες και ποιος και για ποιο λόγο ωφελείται από αυτήν την τεχνολογία; Από τη μεριά του κοινοτισμού, επειδή, μεταξύ άλλων, υπάρχει ισχυρός δεσμός με τον ψηφιακό κόσμο και επειδή συμμετέχουν σε αυτόν περισσότερο τεχνόφιλοι άνθρωποι, υπάρχει κάποιος τεχνολογικός οπτιμισμός.
Η κριτική της τεχνολογίας και ο τεχνολογικός οπτιμισμός πάνε χέρι-χέρι: Ενώ κάποιοι ασχολούνται με την κριτική των σημερινών τεχνολογιών που θεωρούνται προβληματικές, άλλοι αναπτύσσουν νέες, οι οποίες λειτουργούν με διαφορετικές αρχές, όπως είναι η σπονδυλωτή κατασκευή, η δυνατότητα επισκευής ή διατήρησης των πόρων - αρχές οι οποίες συνδέονται άμεσα και με τα αιτήματα της Αποανάπτυξης. Το πρότζεκτ «Open Source Ecology», για παράδειγμα, έχει θέσει ως στόχο την κατασκευή πενήντα βιομηχανικών μηχανημάτων που χρειάζεται ένα μικρό χωριό, έτσι ώστε οι κάτοικοί του να μπορούν να ζήσουν μια βιώσιμα καλή ζωή, όντας σχετικά αυτάρκεις.
Εστίαση στην Ισότητα
Όπως αναφέρθηκε, φαίνεται να περιλαμβάνεται πολύ Αποανάπτυξη στον Κοινοτισμό και πολύς Κοινοτισμός στην Αποανάπτυξη. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλα παρόμοια ρεύματα, όπως π.χ. των περιβαλλοντικών ομάδων και των ομάδων προστασίας των ζώων και των κινημάτων που αφορούν στη δικαιοσύνη. Σε όλα αυτά παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο θέματα ίσης συνύπαρξης μεταξύ των ανθρώπων και μεταξύ ανθρώπου-φύσης (όπως π.χ. στις ομάδες No-Border-όχι σύνορα, οι οποίες θέλουν έναν κόσμο χωρίς σύνορα) ή θέματα κυριαρχίας (όπως π.χ. διατροφική κυριαρχία) και έχουν προφανώς πολλά κοινά με τα Commons  και τον Κοινοτισμό.
Σε άλλες όμως προσπάθειες κοινωνικού μετασχηματισμού, υπάρχει μερικές φορές επικριτική στάση, όπως όταν η προτεινόμενη μέθοδος μετασχηματισμού είναι σε αντίφαση με τους συγκεκριμένους ειδικούς στόχους (για παράδειγμα, όταν ιεραρχικά οργανωμένα πολιτικά κόμματα είναι υπέρ των Κοινών). Ομοίως επικρίνονται προσεγγίσεις και συμπεριφορές, οι οποίες αναπαράγουν λογικές που πρέπει να ξεπεραστούν (π.χ. ανταλλαγής, εκμετάλλευσης, χρήματος), όπως επίσης λογικές που - χωρίς δεύτερες σκέψεις- αναπαράγουν και μάλιστα δηλωτικά ιεραρχίες και σχέσεις καταναγκασμού(π.χ. μεταρρύθμιση του νομισματικού συστήματος μέσω εναλλακτικών-μη τοπικών- νομισμάτων ανταλλαγής όπως το Bitcoin).
Μαζί στο δρόμο για ένα μετα-καπιταλιστικό κόσμο
Μια προοπτική μετασχηματισμού θα μπορούσε να διαδοθεί στο εδώ και τώρα, εν μέρει λόγω και της ροπής που έχει το παρόν κοινωνικό σύστημα στις κρίσεις, και να είναι σε θέση να γίνει η κυρίαρχη στην κοινωνία λογική. Η  Κοινοτικοποίηση υπάρχει ήδη σαν δυναμικό, αλλά δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί πλήρως. Παράλληλα, τα κοινοτικά εγχειρήματα είναι πάντα εκτεθειμένα στον κίνδυνο της ενσωμάτωσης. Αγώνες αντίστασης ( π.χ. Σκουριές), οικειοποίησης (π.χ. καταλήψεις γης και κτιρίων), διαπραγμάτευσης ( π.χ. «σώστε το νερό») της από κοινού διαχείρισης των πόρων, είναι απαραίτητοι, για όσο διάστημα το ιεραρχικό κράτος-έθνος και η καπιταλιστική αγορά είναι κυρίαρχοι με τις αντίστοιχες λογικές τους, που έχουν διαμορφώσει και τον κυρίαρχο σήμερα ανθρωπολογικό τύπο της ιδιώτευσης και της ανάθεσης. Αυτοί οι αγώνες θα είναι περισσότερο επιτυχείς αν λάβουν χώρα στο πλαίσιο ενός ισχυρού, ενωμένου και κυρίως χειραφετημένου κινήματος.
Υπάρχει το όραμα ενός συγκεκριμένου μετα-καπιταλιστικού κόσμου που δεν είναι ιεραρχικός, αλλά είναι αυτο-οργανωμένος δικτυακά και στον οποίο οι ατομικές και συλλογικές ανάγκες των ανθρώπων μπορούν να καλυφθούν από τους κοινοτικούς κοινωνικούς και φυσικούς πόρους και αγαθά. Αυτός ο κόσμος θα χαρακτηρίζεται επίσης από αυτο-καθοριζόμενες και πλήρους υπευθυνότητας  συνθήκες-σχέσεις εργασίας –δραστηριότητας, που φέρνουν χαρά και δίνουν νόημαχωρίς να υπερχρησιμοποιούν πόρους ή να καταστρέφουν τα οικοσυστήματα. Υπάρχει η ανάγκη για τη διατήρηση του πλανήτη, η οποία μπορεί να ικανοποιηθεί μόνο όταν οργανώνουμε την ικανοποίηση των ατομικών και συλλογικών μας αναγκών, σύμφωνα με τα όρια που μας βάζει ο πλανήτης Γη.   Η Κοινοτικοποίηση είναι ένας συγκεκριμένος τρόπος ενασχόλησης με την ανθρώπινη και μη ανθρώπινη φύση, η οποία δεν βασίζεται σε έναν αφηρημένο αναπτυξιακό καταναγκασμό, αλλά αναγνωρίζει ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε ένα παραγωγικό και αναπαρωγικό κομμάτι της Γης.
Διασύνδεση σε Πολυμορφία
Ζούμε σε έναν καπιταλιστικό κόσμο που έφθασε στο τέλος του, στον οποίο κόσμο τα αντίθετα έχουν την τάση να οξύνονται περισσότερο και οι συγκρούσεις να διεξάγονται όλο και με πιο βάναυσο τρόπο. Έτσι, πέρα από την αντίσταση, η δημιουργία θετικών προοπτικών, η διαμόρφωση και - περισσότερο από οτιδήποτε – η υλοποίηση ενός αλληλέγγυου οράματος, είναι ιδιαίτερης σημασίας. Για το μέλλον, είναι επιθυμητό από την προοπτική του Κινήματος, να βρεθεί μια από κοινού συμφωνημένη κατεύθυνση. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ενταθεί η ανταλλαγή απόψεων για τα επίμαχα ουσιαστικά ζητήματα περιεχομένου, προκειμένου να συζητηθούν ανοικτά τα αμφιλεγόμενα θέματα στρατηγικής. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να αποφευχθεί το γεγονός ότι τα διαφορετικά ρεύματα στέκονται ασύνδετα το ένα δίπλα στο άλλο, και να διασφαλισθεί η δημιουργία μιαςδιασύνδεσης της πολυμορφίας. Της πολυμορφίας των υπαρχόντων κοινωνικών κινημάτων, τηςαπελευθέρωσης της εργασίας, της κοινωνικής-συνεργατικής-αλληλέγγυας οικονομίας, τηςριζοσπαστικής- κοινωνικής οικολογίας καιπροστασίας του κλίματος, της γυναικείας απελευθέρωσης και των ιθαγενικών και μη μειονοτήτων, της αυτοδιαχείρισης-άμεσης δημοκρατίας και του Κοινοτισμού-αποανάπτυξης-τοπικοποίησης.

Τον κοινό παρονομαστή για αυτή την διασύνδεση θα μπορούσε να προσφέρει η -απελευθερωτικά αντιλαμβανόμενη και πέρα από τον καπιταλισμό- έννοια του «κοινωνικο-οικολογικού μετασχηματισμού».